Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

Από τον Ζουμπουλάκη στον Σίνγκερ και στον Καίστλερ: ένα συναρπαστικό ντόμινο ανάγνωσης






Έλεγε σε μια συνέντευξή του το 1988 ο Μάριο Βίτι ότι συγγραφέας και αναγνώστης "επιζητούν μια αλληλεγγύη για το ίδιο αντικείμενο αγάπης".1 Μου άρεσε αυτή η φράση, γιατί πράγματι εμείς οι αναγνώστες άλλοτε είναι σαν να συμπάσχουμε με τους συγγραφείς (μερικές φορές είναι λες και μοιραζόμαστε το ίδιο πρόβλημα την ώρα της ανάγνωσης ή το έχουμε ζήσει στο παρελθόν), άλλοτε πάλι γινόμαστε μαθητές τους κι αυτοί μας οδηγούν σε καινούρια μονοπάτια ανάγνωσης (και γνώσης βέβαια). Αυτό το τελευταίο είναι ένα εκπληκτικό αναγνωστικό παιχνίδι, κάτι σαν ντόμινο ανάγνωσης, που εγώ τουλάχιστον το απολαμβάνω πολύ. Μου αρέσει όταν οι συγγραφείς συνομιλούν με άλλους συγγραφείς και μεταφέρουν αυτή τη συνομιλία στον αναγνώστη. Πολλά διαβάσματά μου είναι αποτέλεσμα τέτοιων συνομιλιών. Και πολλούς συγγραφείς τους ξαναδιαβάζω (και) γι' αυτό το λόγο. Να αναφέρω μόνο ενδεικτικά τον Ταμπούκι, τον Βίλα-Μάτας, τον Γκαλεάνο ... Είναι σαν να τους ευγνωμονώ, και τους ευγνωμονώ στ' αλήθεια.

Σ' αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, θ' αναφερθώ σήμερα στο Σταύρο Ζουμπουλάκη (με την ιδιότητά του ως συγγραφέας και όχι ως Πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης, θέση από την οποία, θέλω να πιστεύω, θα θελήσει και θα μπορέσει να συμβάλει για την Εθνική Βιβλιοθήκη). Αφορμή (αν υπάρχει λόγος να βρω αφορμή) στάθηκε η συζήτηση που παρακολούθησα χθες στο ραδιοφωνικό σταθμό Στο Κόκκινο με θέμα Θρησκεία και κοινωνική χειραφέτηση στο πλαίσιο της εκπομπής Θεωρία στον αέρα, έννοιες-ιδέες-κριτική, από το Ινστιτούτο Νίκου Πουλαντζά, και στην οποία καλεσμένοι ήταν οι Σταύρος Ζουμπουλάκης και Βασίλης Ξυδιάς, "δύο χριστιανοί", όπως τους αποκάλεσε ο συντονιστής Ανδρέας Καρίντζης. Η συζήτηση είχε ενδιαφέρον, μίλησαν για την έννοια της αγάπης σε σχέση με τις έννοιες της εξουσίας και της ηγεμονίας αλλά και του σφετερισμού, για το περιεχόμενο του απροϋπόθετου της αγάπης, για το περιεχόμενο της αγάπης και της ηθικής (που είναι το νοιάξιμο για τον άλλο, είπε ο Ζουμπουλάκης), για τη σχέση αγάπης και δικαιοσύνης (και όχι δουλοπρέπειας).




Δύσκολες έννοιες καμιά φορά να τις προσεγγίσεις στο βάθος τους, όμως η συζήτηση με οδήγησε να διαβάσω αμέσως ένα βιβλίο του Ζουμπουλάκη που παρέμενε αδιάβαστο στη βιβλιοθήκη μου. Πρόκειται για το Ο Θεός στην Πόλη: Δοκίμια για τη θρησκεία και την πολιτική (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2010, 1η έκδ. 2002), το οποίο περιέχει δέκα κείμενα, γραμμένα την περίοδο 1998-2002 που συζητούν τη θέση της θρησκείας στη σύγχρονη κοινωνία (κατά τον συγγραφέα πάντα). Τα κείμενα έχουν ενδιαφέρον, ακόμη και αν, ως αναγνώστης, δεν μπορείς να ακολουθήσεις ή και να συμφωνήσεις με (όλες) τις - θρησκευτικού περιεχομένου - απόψεις που εκφράζονται. Όμως, βρήκα ενδιαφέρουσα την ανάλυση που κάνει στο "Ο Θεός επιστρέφει στην Ευρώπη;" για το Ισλάμ, για τις έννοιες (και με ορολογικό ενδιαφέρον) φονταμενταλισμός (μήπως, λέει, να αποδοθεί στα ελληνικά ως θεμελιωτισμός;) και ζηλωτισμός, για τη σχέση θρησκείας και θεού κτλ.2

Σε άλλο κείμενο διακρίνει την έννοια αντιλαϊκισμός από την έννοια αντιλαϊκότητα, αλλού απαντάει σε άρθρο της Τζούλια Κρίστεβα (έχω αδιάβαστο και δικό της σχετικό βιβλίο), αναφέρεται στη σχέση Εκκλησίας και κράτους, στην ιστορία, στον αντισημιτισμό, στο τζαμί στην Αθήνα. Για το τελευταίο μάλιστα, για το οποίο έγραφε τότε (το 1999!) ότι είναι γελοία η ιστορία σχετικά με το πώς θα αποτραπεί το χτίσιμο τζαμιού, παρέθετε ιστορικά στοιχεία που μαρτυρούν οτι η βυζαντινή Αθήνα ήταν μια ανεξίθρησκη κοινωνία, ενώ τελείωνε με απόσπασμα από τον "ξεπεσμένο δερβίση" του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη για να υποστηρίξει τη θέση του ότι πρέπει ν' αξιοποιηθεί προς τούτο το τζαμί Τζισταράκη στο Μοναστηράκι.


 

Όμως, το καλοκαίρι διάβασα το βιβλίο του "Η αδερφή μου" (Πόλις, 2012) για το οποίο έχουν ήδη γραφτεί πολλά, ένα βαθειά εξομολογητικό βιβλίο με έναν βαθειά ανθρώπινο λόγο. Για να το συνδέσω με τα προηγούμενα, γράφει  (στη σελίδα 31) για την πνευματική σημασία του αθεϊσμού, ενός υπαρξιακού αθεϊσμού, που υπερασπίζεται έναν θεό ελέους, ταυτισμένο με το αγαθό:

"Η αμφιβολία για τον θεό σε κάνει συχνά να ακούς καθαρότερα τη φωνή του ανθρώπινου πόνου, ενώ η ακλόνητη και αρραγής πίστη δεν αφήνει πολλές φορές να ακουστεί η απόγνωση και η οιμωγή... η πίστη του σημερινού ανθρώπου, των δημοκρατικών κοινωνιών, που έχει ενσωματώσει μέσα της την αμφιβολία, είναι πιο ανθρώπινη, ελεύθερη, ανοιχτή και προπάντων φιλόξενη, από ό,τι η πίστη, πολύ συχνά μισαλλόδοξη, της παραδοσιακής χριστιανοσύνης" (σελ. 32).

Σ' αυτό το βιβλίο, βρήκα και τα δύο στοιχεία που ανέφερα παραπάνω. Βρήκα στοιχεία που σε κάποια φάση της ζωής μου έχω νιώσει αντίστοιχα τον πόνο. Και πώς να μην καταλάβω όταν λέει: "Όποιος δεν έχει πονέσει στη ζωή του δεν θα μπορέσει ποτέ να ανοίξει σπλάγχνα οικτιρμού για τον συνάνθρωπο, ούτε όμως και όποιος δεν έχει νιώσει τη χαρά". 'Η: " Η αρρώστια, η δική σου και των άλλων, σε οδηγεί να εκτιμάς την αξία των πιο κοινών και καθημερινών πραγμάτων της ζωής και ταυτόχρονα να σχετικοποιείς, χωρις να μηδενίζεις, τη σημασία άλλων, που θεωρούνται σημαντικά...".

Πώς να μην αναζητήσω την αλληλεγγύη που επικαλείται ο Βίτι, όταν γράφει: "Στη ζωή των ανθρώπων, όχι όλων πάντως πολλών, υπάρχει ένα γεγονός που επηρεάζει, χρωματίζει και σφραγίζει όλα τα άλλα".

¨Ομως, στο βιβλίο αυτό βρήκα και το δεύτερο στοιχείο συνομιλίας, αυτό που με οδήγησε σε δυο πολύ ενδιαφέροντα βιβλία.





Αναφέρεται στο διήγημα "Η πλύστρα" του Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, το οποίο, μετά από ψάξιμο σε βιβλιοθήκες, το βρήκα (στη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδη) να περιέχεται στο βιβλίο του "Στο δικαστήριο του πατέρα μου" (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2003). Με απλή, γλαφυρή γραφή, ο Σίνγκερ αφηγείται  την παιδική του ηλικία στην Πολωνία, μέσα από μικρές αυτοτελείς ιστορίες της καθημερινής ζωής. Περιγράφει στιγμές από τη ζωή της δικής του οικογένειας αλλά και των άλλων ανθρώπων της πόλης που ζούσαν (κυρίως Βαρσοβία), με ενδιαφέρουσες αναφορές για την κουλτούρα, τις συνήθειες, τον τρόπο ζωής των Εβραίων της Πολωνίας. Μιλά για τους χασίδηδες Εβραίους (ο πατερας του ήταν ραββίνος, κάτι σαν λαϊκός δικαστής), για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους ως προς τις αντιλήψεις, τις συμπεριφορές, τη γλώσσα (τα γίντις), αλλά και τις ενδυματολογικές και άλλες ιδιαιτερότητες (π.χ. οί οικοδέσποινες φόραγαν περούκα, οι άντρες είχαν στριφτές γενειάδες). Δίνει το κοινωνικό και πολιτικό κλίμα της εποχής εκείνης (Βαλκανικοί πόλεμοι, Α' παγκόσμιος πόλεμος, Ρώσικη επανάσταση), αναφέρεται στις σχέσεις με τους χριστιανούς, περιγράφει τα διάφορα επαγγέλματα που εξασκούνταν εκείνη την περίοδο.

Η πλύστρα είναι μια γριούλα, χριστιανή, που έπαιρνε τα ρούχα από τα σπίτια για μπουγάδα και τα επέστρεφε μετά από δυο βδομάδες. Έτσι, αφηγείται μια τρυφερή, συγκινητική, πολύ ανθρώπινη ιστορία. Ξεχώρισα κι άλλες ιστορίες, όπως "Μικρός φιλόσοφος", "Γίνομαι εισπράκτορας", "Η διαθήκη", "Στις άγρις αγελάδες", "Μια μακάβρια ερώτηση".

Πρέπει, τέλος, να σημειώσω την πολύ καλή απόδοση και επιμέλεια από τη μεταφράστρια Ανθή Λεούση, με πολλές σημειώσεις και με γλωσσάρι αρκετά κατατοπιστικό για όρους και έννοιες της Εβραϊκής θρησκείας.




Το άλλο βιβλίο που αναφέρει ο Ζουμπουλάκης και διάβασα επίσης (και αυτό δανεισμένο από τη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδη) είναι "Ο κομισάριος και ο Γιόγκι" του Άρθουρ Καίστλερ (Κάκτος, 2010). Εδώ, περιέχονται άρθρα που έγραψε ο Κέστλερ την περίδο 1942-1945 ενώ δούλευε ως δημοσιογράφος στην Αγγλία. Είναι κείμενα που καταφέρονται κατά του φασισμού, κατά του ναζισμού, αλλά και με πολλές αναφορές στις στρεβλώσεις του σταλινισμού στη Σοβιετική Ένωση κατά τη δεκαετία του '30, μεταφέροντας και τις προσωπικές του εμπειρίες από το ταξίδι του εκεί γύρω στο 1932. Ιδιαίτερα καυστικός, όμως τόσο αληθινός (δυστυχώς)...

Η αλήθεια είναι ότι στα δύο βιβλία του Ζουμπουλάκη που αναφέρω εδώ υπάρχουν κι άλλες αναφορές και θα μπορούσα να συνεχίσω το ντόμινο της ανάγνωσης, όπως το ονομάζω. Προς το παρόν, έφτασα μέχρι εδώ, και πάλι η ευχαρίστηση από αυτή την περιδιάβαση ήταν μεγάλη.

-----------------
1Περιέχεται στο βιβλίο του με τίτλο "Γραφείο με θέα. Άρθρα και ομιλίες: Εργογραφία με αυτοβιογραφικό σχόλιο", Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 2006, σελ. 225. Όλος ο τόμος αξίζει να διαβαστεί, τόσο για το ίδιο το περιεχόμενο, όσο και για τον τρόπο και το ύφος που χρησιμοποιεί ο σπουδαίος Mario Vitti για να περιγράψει τις μεγάλες και μικρές στιγμές της προσωπικής και επιστημονικής του σταδιοδρομίας. 

2Στο κείμενο αυτό αναφέρεται επίσης στο βιβλίο του Ζαν Ντανιέλ "Ταξίδι στα όρια του έθνους" που επίσης έχω στη βιβλιοθήκη μου, καθώς και στον Χάντιγκτον και στις απόψεις του σχετικά με τις συγκρούσεις των πολιτισμών, τις οποίες και απορρίπτει (παραπέμποντας και σε άρθρο του Παναγίωτη Κονδύλη).

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2013

Χρόνια πολλά - Καλή Χρονιά




Ας πάρουμε μια ασκελετούρα για γούρι και για φέτος!


Χριστουγεννιάτικο

του Κώστα Χιωτάκη


Αγαπημένοι μου,
τις γιορτές φτάνουν οι θύμησες,
κυνηγημένα πουλιά στην αντάρα
και τρεμοπαίζουν
τ' ασάλευτα χείλη της σιωπής.

Έμειναν χρόνια στην παγωνιά
να καρτερούν
το χαμόγελο της χαραυγής
Τις χουχούλιζε,
η ζεστή ανάσα της ανθρωπιάς
το γελαστό χνώτο της ελπίδας.

Αγαπημένοι μου,
την Πρωτοχρονιά
κάντε φοινίκια
όση χαρά απόμεινε
ξεχασμένη παράμερα,
και πάρτε αράδα
τα θλιμμένα σπίτια.

Μοιράστε την καρδιά σας
για βασιλόπιττα˙
δόστε τα όλα.
Τινάξτε και τα ψίχουλα
στην ποδιά του ακοίμητου πόνου.

Βγήτε στο κιόσκι της βεράντας,
με την ομπρέλλα της μπουρνελιάς
να δούμε τ' αστέρι της Βηθλεέμ,
στα μάτια του κόσμου,
όταν θα λένε τα κάλαντα
με την αχνιστή φρατζόλα αγκαλιά.

Δοκιμάστε τη δίφυλλη πόρτα μας
να χωράνε τ' αμάξια
που κουβαλούνε τις έγνοιες του
κι ας σφίξανε τη ζωή μας οι στενοχώριες.
Ανοίξτε την
στα μέτρα της καρδιάς μου,
να μπαινοβγαίνουν οι λαχτάρες
να κυνηγούν την αγγούσα
και το μαυροφορεμένο φως της πόλης.

Ξαραχνιάστε το νού απ' τους καημούς
να στεγάσομε τα όνειρα των παιδιών.
Οι δρόμοι στολίστηκαν μ' αστραπές
γέμισε χρυσαϊτούς ο ουρανός μας.

Σταθείτε
στα καραούλια της αυγής,
με τα καριοφίλια της πίστης.
Αρμαθιάστε άστρα
να στολίσομε τη Λευτεριά.

(Το ποίημα είναι από την ποιητική συλλογή "Ανηφοριές και καλντερίμια”, Αθήνα 1974. Ο Κώστας Χιωτάκης, 1914-1981, ήταν Χανιώτης γιατρός και λογοτέχνης, ένας έντιμος άνθρωπος κι ένας αγωνιστής γιατρός, ταλαιπωρημένος από τα κυνηγητά και τις εξορίες - εδώ αναφορά του ονόματός του ως ένας από τους εξόριστους γιατρούς του Άη Στράτη, γνωστός κι αγαπητός από όλους τους Χανιώτες - ένας ξεχωριστός άνθρωπος για μένα για τον τρόπο που επέδρασε στην πορεία μου στα 18-19 μου χρόνια, έχω ξαναγράψει εδώ)

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013

Αρχιτεκτονική και Πολεοδομία στην Κρήτη μετά την Ένωση: μια εξαιρετική έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων


Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκθεση υπάρχει αυτό τον καιρό στη Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων, ενταγμένη στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τον εορτασμό των 100 χρόνων της ένωσης της Κρήτης με την Ελλάδα. Η έκθεση οργανώθηκε από το Σύλλογο Αρχιτεκτόνων Χανίων (τμήμα του Σ.Α.Δ.Α.Σ.-Π.Ε.Α), με τη συνεργασία των αντίστοιχων συλλόγων των άλλων νομών του νησιού και με συνδιοργανωτές την Περιφέρεια Κρήτης - Περιφερειακή Ενότητα Χανίων και το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών "Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος". Η επιστημονική επιμέλεια έχει γίνει από την Αμαλία Κωτσάκη, επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Πολυτεχνείου Κρήτης. 

Ο χώρος της Δημοτικής Πινακοθήκης Χανίων

Η έκθεση εκτείνεται στο ισόγειο και στους δύο ορόφους της Πινακοθήκης, ενώ στο υπόγειο προβάλλεται βίντεο με τίτλο: "Χανιά: Μεταμορφώσεις της πόλης μέσα από τον κινηματογραφικό φακό. Μικρή συμβολή στον αγώνα της μνήμης ενάντια στη λήθη» σε επιμέλεια - έρευνα της (και πολύ καλής φίλης μου) Έμμυς Παπαβασιλείου.

Μέσα από τις 8 θεματικές ενότητες όπως έχουν κατανεμηθεί στα τρία επίπεδα, μας δίνεται η δυνατότητα, μέσα από φωτογραφίες και σχέδια (σπάνια σε αρκετές περιπτώσεις), να περιηγηθούμε, όχι μόνο στα αρχιτεκτονικά έργα, αλλά ταυτόχρονα και στην ιστορική, κοινωνική, οικονομική και πολιτική διαδρομή της Κρήτης από την περίοδο της Κρητικής Πολιτείας μέχρι σήμερα. Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι οι ξεναγήσεις που γίνονται από την κ. Κωτσάκη, η οποία διαθέτει, πέρα από την πολύ καλή γνώση του θέματος, θέρμη, μεράκι, καλή διάθεση και αστείρευτη υπομονή, εξηγώντας με κάθε λεπτομέρεια τις αρχιτεκτονικές, αλλά και ιστορικές και κοινωνικές πτυχές των διαδρομών που περιγράφει.



Έννοιες που τονίζονται στην έκθεση και αξίζει κανείς να σταθεί ιδιαίτερα, συσχετίζοντάς τις και με άλλες σχετικές γνώσεις και αναγνώσεις που έχει κάνει, είναι η πολυπολιτισμικότητα που χαρακτήριζε τον κρητικό χώρο στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, ο εξευρωπαϊσμός και το όραμα του αστικού εκσυγχρονισμού, η "μινωική φαντασίωση" και η "επινόηση της σχέσης με την Ελλάδα", η αναζήτηση και η ερμηνεία του τόπου και ο "κρη(ι)τικός τοπικισμός", η αρχιτεκτονική της ανάγκης και η αρχιτεκτονική της ανάκαμψης, φύση και ιστορία στην αρχιτεκτονική της Κρήτης.

Η "μινωική φαντασίωση" στην αναζήτηση του τόπου
Ο λαϊκός πολιτισμός και η παράδοση στην αναζήτηση του τόπου

Ένα άλλο επίσης χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η συμβολή γνωστών αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων της εποχής, όπως ο Πικιώνης, ο Καραντινός, ο Μητσάκης, ο Καυταντζόγλου, ο Κωνσταντινίδης, ο Δοξιάδης, ο Μυλωνάς, ο Σαββάκης, ο Δεκαβάλλας, ο Καλλιγάς, ο Μπίρης κ.ά. Από τα έργα που σχεδιάστηκαν (π.χ. Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών!) ή/και υλοποιήθηκαν (σχολικά κτίρια, ξενοδοχεία Ξενία, αποκατάσταση/αξιοποίηση μνημείων κτλ.) γίνεται φανερή τόσο η σημασία που δινόταν για πρόοδο και ανάπτυξη, αλλά φυσικά και η οικονομική δυνατότητα που υπήρχε για τέτοια έργα.
Κι όμως, είχαν σχεδιάσει στις αρχές του αιώνα την ανέγερση Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών στην Κρήτη (νομίζω στο Ηράκλειο)



Η Δημοτική Αγορά, στολίδι και σημείο αναφοράς για την πόλη των Χανίων
Η έκθεση αρχίζει από το 1898, χρονιά που έρχεται ο Πρίγκηπας Γεώργιος ως Ύπατος Αρμοστής στην Κρήτη και ξεκινά η περίοδος της Κρητικής Πολιτείας. Έτσι, η πρώτη ενότητα έχει τίτλο "Κρητική πολιτεία 1898-1913: Η προετοιμασία για την Ένωση". Παρουσιάζεται το φύλλο αρ. 23 από την Επίσημη Εφημερίδα της Κρητικής Πολιτείας όπου δημοσιεύεται ο νόμος "Περί σχεδίου των πόλεων, κωμοπόλεων και χωρίων". (ενδιαφέρουσα αναφορά στα διατάγματα που είχαν ψηφιστεί την περίοδο εκείνη στην Κρήτη σχετικά με τις οικοδομικές άδειες κάνει ο Γ. Νίκας σε άρθρο του στα Τεχνικά Χρονικά του 2010 - δυστυχώς δεν εκδίδονται πλέον περιοδικά από το ΤΕΕ!).
Η μορφή του Ελευθέριου Βενιζέλου δεσπόζει στην ιστορική πορεία της Κρήτης
Οπωσδήποτε, η περίοδος αυτή όπως και η επόμενη, σημαδεύονται και από την παρουσία του Ελευθέριου Βενιζέλου στα κρητικά και στη συνέχεια στα ελληνικά πολιτικά πράγματα (το 2002, το Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών και Μελετών "Ελευθέριος Βενιζέλος"  μαζί με το ΕΜΠ και το ΤΕΕ είχαν οργανώσει Συνέδριο με θέμα "Ελευθέριος Βενιζέλος και Ελληνική πόλη: Πολεοδομικές πολιτικές και κοινωνικοπολιτικές ανακατατάξεις").

Η δεύτερη ενότητα έχει τίτλο "Μεσοπόλεμος 1913-1940: Η μετάβαση", όπου περιγράφεται η περίοδος μετάβασης της Κρήτης στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη μετά την Ένωση, με σοβαρές αναφορές στα προβλήματα μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών, στις ανάγκες ανοικοδόμησης, στέγασης και μόρφωσης του πληθυσμού, αλλά και αντιμετώπισης μολυσματικών ασθενειών κτλ.
Ξαναχτίσανε τις ζωές τους πάνω στα ερείπια
Η τρίτη ενότητα  "Ο πόλεμος 1940-1944: Η καταστροφή" και η τέταρτη ενότητα "1945 - 1958: Η ανόρθωση" ασχολούνται με τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια της Γερμανικής κατοχής και στις προσπάθειες αποκατάστασης και επανόδου σε κατάσταση ανάπτυξης και ευημερίας. Εδώ θα δούμε τις καταστροφές και τα μνημεία που δημιουργήθηκαν τα επόμενα χρόνια, την Έκθεση της Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων Κρήτης (συμμετείχαν οι Καζαντζάκης, Κακριδής, Καλιτσουνάκης, Κουτουλάκης), την παρουσία του Κωνσταντίνου Δοξιάδη στο έργο της οικιστικής ανάπτυξης του νησιού. (Ας μου επιτραπεί να συμπληρώσω ότι εδώ πρέπει να αναφερθεί και η παρουσία της ξεχωριστής αρχιτεκτόνισσας  Μαρίας Ζαγορησίου, η οποία ήρθε το 1945 στην Κρήτη και κατέγραψε την κατάσταση, όπως περιγράφονται και στο βιβλίο της "Λαϊκή αρχιτεκτονική στην Κρήτη").

Η έκθεση συνεχίζεται με τις ενότητες "Η μεταπολεμική αστική έκρηξη: 1945-2002", "1958 - 1967: Μια βραχύβια αισιόδοξη παρένθεση" και "1967 - 2013: Αντιφάσεις και προοπτικές", στις οποίες είναι φανερή η έντονη ανοικοδόμηση σε συνάρτηση με την οικονομική και τουριστική ανάπτυξη. Είναι χαρακτηριστικό εξάλλου, σε κάθε περίοδο που μελετά η έκθεση, όπως παρατηρεί και η κ. Κωτσάκη, ότι κατέστρεφαν σημεία των παλιών ιστορικών στιγμών του τόπου για να δημιουργήσουν καινούρια, που αντιπροσώπευαν τα εκάστοτε νέα, αναδυόμενα οικονομικά και κοινωνικοπολιτικά ενδιαφέροντα της εποχής (βλέπε στα Χανιά τη δημοτική αγορά πάνω στα ενετικά τείχη, στα Χανιά και στο Ηράκλειο τα Ξενία αντίστοιχα  κτλ.). Έχει επίσης ενδιαφέρον η ιδιαίτερη αναφορά στην περίοδο της δικτατορίας (τότε που ο Παττακός διαλαλούσε ότι θα φτιάξουν κτίρια να φτάσουν στον ουρανό!).


Ο Αλέξης Μινωτής στο Φρούριο Φιρκά στα Χανιά
Το Αμφιθέατρο του Ευαγγελάτου στη Φορτέτσα Ρεθύμνου
ΙΗ 7η ενότητα χωρίζεται στις υποενότητες  "Η σχέση με το παρελθόν", "Αναζήτηση του τόπου" και "Η σχέση με τη φύση", όπου πολύ όμορφα συναντώνται η φύση με την ιστορία μέσα από την αρχιτεκτονική και την πολεοδομική πρόταση, όπου ανακινείται το ζήτημα της αναζήτησης και της ερμηνείας του τόπου και της τοπικότητας, όπου τίθενται και τα ζητήματα της κακής ερμηνείας και υλοποίησης       

Η τελευταία ενότητα είναι "Νέες πόλεις για τη γνώση" με αναφορές στο καινούριο που εκφράζεται και στην αρχιτεκτονική της Κρήτης, αλλά και με μια σημαντική αναφορά του οραματιστή Τάκη Ζενέτου που στη ρυθμιστική μελέτη του 1967 για την Αγία Γαλήνη στα νότια του Ν. Ρεθύμνης είχε κάνει λόγο για τηλε-εργασία, τηλε-επαφές, που θα προκύψουν ως αποτέλεσμα της εξελισσόμενης τεχνολογίας τηλεπικοινωνιών, δοκιμάζοντας έτσι τολμηρές προτάσεις με σεβασμό όμως στη φύση και στον πολιτισμό του συγκεκριμένου τόπου... (να αναφέρω εδώ το βιβλίο "Τάκης Χ. Ζενέτος, Ψηφιακά οράματα και αρχιτεκτονική").
      
Αξίζει να επισκεφθεί κανείς την έκθεση, μαθαίνει την ιστορία του τόπου, μαθαίνει και κρίνει...
Τη μέρα που επισκέφθηκα την έκθεση στα Χανιά, στην ομάδα που ξεναγηθήκαμε από την κ. Κωτσάκη ήταν και ο παλαίμαχος Χανιώτης φωτογράφος Τάσος Πρωτοψάλτης, ο Τάσος όπως υπογράφει, γεννημένος το 1930. Εδώ μας δείχνει μ' ενθουσιασμό μια δική του φωτογραφία...

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2013

Καλάβρυτα, 13 - 12 - 1943



13 - 12 - 43

Φτάνω στο σημείο να πω, πως ίσως θα 'ταν καλύτερο να μην είχα πατήσει ποτέ μου σε κείνο τον τόπο της ομαδικής εκτελέσεως. Κι άλλες φορές έτυχε βέβαια να επισκεφθώ τόπους μαρτυρίου ή ομαδικής ταφής˙ η γη της πατρίδας μας είναι παραγεμισμένη με κόκκαλα παλικαριών˙ μα ποτέ μου δεν ταράχτηκα και δεν έκλαψα τόσο, όσο αυτή τη φορά. Αυτό ασφαλώς έγινε, γιατί την ώρα που βρέθηκα εκεί, μια γυναίκα κι ένας άντρας , αδέλφια, άνοιγαν τον τάφο του μικρότερου αδελφού τους, που είχε εκτελεστεί πριν από είκοσι χρόνια. Πλησίασα, κι όταν κατάλαβα τι συνέβαινε, σιγοκάθησα πάνω στα πόδια μου σε μιαν άκρη. Και τώρα, που η ψυχή μου έχει κολλήσει εκεί, μου φαίνεται πως θα μείνω για πάντα, σαν ένα αγριόχορτο, καθισμένος δίπλα σε κείνο τον τάφο. Και μακάρι να γινόταν έτσι.
Τότε που πρωτοζύγωσα, το σκάψιμο με την αξίνα είχε προχωρήσει. Εξάλλου δεν τον είχαν θαμμένο καθόλου βαθιά. Μάλλον γυναίκες θα είχαν φροντίσει για την ταφή του. Σε λίγο, ένα ένα, άρχισαν να ξεφυτρώνουν τα κόκκαλα. Ήταν κατακίτρινα, με λίγο καστανό χώμα κολλημένο πάνω τους. Η γυναίκα, μ' ένα τσεμπέρι στο κεφάλι, σχεδόν γονατιστή, αφού τα ξέπλενε λίγο με κόκκινο κρασί, τ' αράδιαζε ευλαβικά μέσα σε μια κάσα χαρτονένια, απ' αυτές της αμερικάνικης βοήθειας. Σε όλα αυτά δεν υπήρχε τίποτα το αηδιαστικό ή το τρομαχτικό. Άλλωστε το παιδάκι ήταν δεκάξι χρονώ όταν μαρτύρησε. Και πιστεύω, χωρίς αμφιβολία, πως θα έχει αγιάσει. Στο χώμα δίπλα ήταν μπηγμένο ένα κερί και στο θυμιατό σιγόκαιγε θυμιάμα. Ευωδίαζε όλος ο τόπος. Λέξη δεν έλεγαν, ούτε ακουγόταν κλάμα. Καταλάβαινα όμως πως τα μάτια τους τρέχαν, γι' αυτό έσκυψα το κεφάλι μου προς το χορτάρι και δεν προσπαθούσα, ούτε τολμούσα να τους κοιτάξω. Πολύ ήταν και που με άφηναν κοντά τους μια τέτοια ώρα.
Μονάχα όταν βρέθηκε το κρανίο, άκουσα τον αδελφό να λέει βραχνά: η χαριστική βολή. Ήταν μια μικρή τρύπα λίγο πιο πάνω απ' το μέτωπο. Είχε γίνει πια ένα με το χώμα, έτσι ένιωθα. Τώρα σκέφτομαι πως έπρεπε να προσκυνήσω, αν και είμαι τόσο ανάξιος. Κοίταζα συνεχώς ένα βραχάκι κοντά μου και τις λειχήνες του. Αυτό σίγουρα θα ήταν τότε εδώ, και το παιδί θα το είδε˙ ίσως και να το ζήλεψε. Μπορεί να ήταν και κείνο το αρκετά μεγάλο δέντρο, αν και δεν αποκλείεται να έχει μεγαλώσει πιο γρήγορα, εφόσον βρήκε άφθονο λίπασμα από τόσο αίμα και τόσες εκατοντάδες κορμιά. Καλά θα ήταν να μπορούσε να μεταμορφώνεται ο άνθρωπος, όταν πέφτει σε μεγάλο κίνδυνο, ή ν' ανοίγει η γη και να τον κρύβει. Εγώ τουλάχιστο έτσι παρακαλούσα, όταν βρέθηκα σε κάτι τιποτένιους κινδύνους, που είναι ντροπή και να τους σκέφτομαι ακόμα. Πάντως, θυμούμαι πως εκείνες τις στιγμές, λάτρευα και πρόσεχα, όσο ποτέ, τα άψυχα, αλλά και τα έντομα και τα φυτά και τα πουλιά. Σ' αυτό ακριβώς στηρίζομαι και πιστεύω πως έτσι θα 'νιωσε κι αυτός εκείνη την ώρα. Εξάλλου ήταν της ηλικίας μου. Δεν είναι δυνατό να διαφέρω και τόσο πολύ απ' τους άλλους. Άνθρωπος είμαι κι εγώ. Κι όμως αυτή η κάποια διαφορά είναι που με καίει.
Πάνω στην κορφή του λόφου έχουν στήσει ένα τεράστιο κάτασπρο σταυρό και παρακάτω, στην πλαγιά, είναι σχηματισμένη, με άσπρες πάλι πέτρες, η ημερομηνία: 13 – 12 – 43. Λογάριαζα, όταν γυρίσω σπίτι, να ψάξω για κείνο το ημερολόγιό μου, που μπόρεσα να κρατήσω, μέρα με τη μέρα, τότε. Τι να 'γινε άραγε εκεί σε μας αυτή τη μέρα;
Κι έτσι, καθώς είχα απομονωθεί κοιτάζοντας το ρηχό μνήμα του χωριατόπουλου, άρχισα να ψιθυρίζω ανεπαίσθητα το αντρίκιο εκείνο μοιρολόγι, που μόνο τα λόγια του ξέρω, και όχι το σκοπό:

Μαστόροι Καλαβρυτινοί και μαρμαροχτιστάδες,
που πελεκάτε μάρμαρα και φτιάχνετε κιβούρια,
φτιάχτε και μένα 'να καλό, καλύτερο από τ' άλλα...

Όμως, ένα μπουλούκι εντόπιοι τουρίστες φάνηκε να μπαίνει μέσα στον ιερό περίβολο. Στάθηκαν γύρω απ' το ελεεινό για μια τέτοια θυσία κενοτάφιο. Φαινόταν απ' τους μορφωμένους και δεν μπορώ να πω πως η στάση τους δεν ήταν σεμνή. Κατέθεσαν μάλιστα ένα καλοκαμωμένο δάφνινο στεφάνι και κατόπι κράτησαν ένα λεπτό σιγή. Κάποιος τους άρχισε να διαβάζει από ένα χαρτί το ιστορικό της εκτελέσεως των 1200 ανθρώπων. Ήταν τόσο ψυχρή η περιγραφή, ώστε αμέσως υπέθεσα πως σίγουρα θα τα είχε ξεσηκώσει απ' την τελευταία εγκυκλοπαίδεια. Ύστερα σκόρπισαν μιλώντας δυνατά ή χαχανίζοντας. Πολλοί ήρθαν τριγύρω μας. Και φυσικά αμέσως άρχισαν τις ερωτήσεις, ιδίως οι γυναίκες. Το παλικάρι με την αξίνα απαντούσε, πιέζοντας ολοφάνερα τον εαυτό του. Φαινόταν καθαρά πως θεωρούσαν σχεδόν ευτυχία τους και σπουδαίο συμπλήρωμα στις συγκινήσεις της εκδρομής την ανακομιδή, που πέτυχαν πάνω στην ώρα. Ο αδελφός μάλιστα ζαλίστηκε τόσο για μια στιγμή, ώστε έκανε το λάθος να τους δείξει ακόμα και το κρανίο με τη χαριστική βολή. Αυτό όμως θα ήταν πέρα απ' τα όρια της αντοχής τους, γιατί αμέσως πρόσεξα μια κίνηση για απομάκρυνση. Κάποιος τους θύμισε πως η ώρα περνάει. Εκείνη τη στιγμή η σκυμμένη γυναίκα τους γύρεψε, αν έχουν, καμιά εφημερίδα για να σκεπάσει τα κόκκαλα. Πολλοί προθυμοποιήθηκαν˙ από εφημερίδες άλλο τίποτα, και τι εφημερίδες...
Πήραν να κατηφορίζουν. Μετά από λίγα βήματα άναψε ζωηρή συζήτηση ανάμεσά τους˙ σα να μην είμασταν κι εμείς λίγο πιο πάνω. Ένας ακούστηκε να φωνάζει με θυμό: Καλά τους έκαναν˙ αφού οι άλλοι σκότωσαν στρατιώτες του κατακτητή.
Κανένας δεν αντιμίλησε. Ήταν και κάποιος με στολή μαζί τους.
Μου 'ρθε να πέσω απάνω σε κείνη την άτιμη φωνή και να τη στραγγαλίσω άγρια, προτού προφτάσει να προχωρήσει. Αλλά την άκουσαν βέβαια συγχρόνως και τα δυό αδέρφια κι έσκυψαν πιο πολύ κατά το χώμα, σα να 'φαγαν καμτσικιά, αλλά και σα μαθημένοι από κάτι τέτοια.
Κατόπι ο άντρας άφησε την αξίνα˙ δεν υπήρχαν άλλωστε άλλα κόκκαλα. Η αδελφή του έσβησε το κερί και πήρε το θυμιατό. Τα κόκκαλα έμειναν ασκέπαστα. Η βρωμερή εφημερίδα κυλιόταν πάνω στα χόρτα.
Έμεινα ξοπίσω και με πήρε το παράπονο. Δεν ήμουν γνωστός τους ή συγγενής τους για να με πάρουν μαζί τους, όπως θα ήθελα. Εγώ τα 'χω καταφέρει να χωρώ και να ταιριάζω μονάχα με κάτι τέτοιους σαν αυτούς του πούλμαν. Γι' αυτό ξεκίνησα για το πιο λαϊκό καφενείο, και στο δρόμο συνέχεια έλεγα: Θεέ μου, μη μ' αφήνεις, ούτε καλημέρα να 'χω πια με τέτοια, δήθεν εξευγενισμένα υποκείμενα.
 ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Το παραπάνω κείμενο είναι ένα από τα 22 πεζογραφήματα που περιέχονται στη συλλογή "Για ένα φιλότιμο" (εκδ. Κέδρος, 1997). Όλα τα κείμενα γράφτηκαν την περίοδο 1961-1964. Ο ίδιος ο συγγραφέας τα αποκαλεί "πεζογραφήματα", γιατί βρίσκονται μεταξύ δοκιμίου και αφηγήματος, όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου. 
Το 1963 ήταν 20 χρόνια από τη σφαγή στα Καλάβρυτα. Σήμερα είναι 70 χρόνια από τη σφαγή εκείνη. 
Αξίζει να διαβαστεί και αξίζει να προσεχτούν οι λεπτομέρειές τους και αξίζει να εντοπιστούν αναλογίες με το σήμερα. 
Και πολύ περισσότερο αξίζει να διαβαστεί σε παιδιά, σε μαθητές δεκαεξάρηδες, όσο ήταν ο Γιώργος Ιωάννου το 1943 και όσο ήταν το παλικάρι που εκτέλεσαν οι Γερμανοί Ναζί στις 13 Δεκέμβρη του '43!


Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

Βιβλιοθήκες για να ζήσει ο άνθρωπος και αφήστε με να σας πω τι είναι ποίηση!



Βιβλιοθήκες της ανθρωπιάς, βιβλιοθήκες για να ζήσει ο άνθρωπος. Έτσι τελειώνει ο Στέφανος Μπεκατώρος (1947-2006) τη δική του συμβολή στο βιβλιαράκι που κυκλοφόρησε το 1999 από τις εκδόσεις Παρουσία με τίτλο "Βιβλιοθήκες: Γιατί δεν έχουμε; Τι πρέπει να γίνει;" και στο οποίο έγραφαν επίσης οι Κατερίνα Θανοπούλου και Σοφία Παλαμιώτη. Βιβλιοθήκες λοιπόν για να ζήσει ο άνθρωπος ζητούσε ο ιδιαίτερος αυτός άνθρωπος που έφυγε πρόωρα, παραφράζοντας τον τίτλο στο βιβλίο του Alexander Schmemann  "For the Life and the World"  όπως τον απέδωσε στα ελληνικά ο Ζήσιμος Λορεντζάτος: "Για να ζήσει ο κόσμος."

Να πώς αρχίζει το κείμενό του (του 1999!):

"Μου φαίνεται δυστύχημα, νιώθω ντροπή, που πρέπει να ξαναγράψω για τις βιβλιοθήκες, ζώντας μέσα στη διάπυρη απελπισία των ημερών αυτών οπού μακελεύονται άνθρωποι πλάι μας, άμαχοι μάλιστα και ανυπεράσπιστοι, γυναίκες, γέροντες, παιδάκια, τόσοι άνθρωποι που ξεσπιτώνονται και γίνονται πρόσφυγες με τόσο παράλογο τόσο κυνικό τρόπο...."

Με χειμαρρώδη και ιδιαίτερα καυστικό λόγο (το 1999, όχι σήμερα), ο Μπεκατώρος επικαλείται τον Νόαμ Τσόμσκυ για να ερμηνεύσει την κατάσταση στον κόσμο και στη χώρα μας και να αντικρούσει τη "Μαφία, που κυβερνά και ελέγχει ολόκληρο τον κόσμο, κυβερνά και ελέγχει κυβέρνηση, τα ΜΜΕ και τη βιομηχανία των δημοσίων σχέσεων, μια Μαφία που έχει αυτονομηθεί από τον λαό και κύριο και πρώτο σκοπό της έχει την αύξηση του κέρδους...". 

Και διατυπώνει μια σειρά προτάσεις για τις βιβλιοθήκες και για την πολιτική βιβλιοθηκών, για τις οποίες δεν έχει πολλές ελπίδες, όπως γράφει, ότι θα ληφθούν σοβαρά υπόψη. Αμέσως εξηγεί το γιατί: 

"Εκπαίδευση των παιδιών μας ορθή (σε όλες τις  βαθμίδες), πολιτική για τον πνευματικό πολιτισμό και για την επιμόρφωση και καλλιέργεια του λαού μας, βιβλιοθήκες πάσης φύσεως (σχολικές/λαϊκές, πανεπιστημιακές, ειδικές, ερευνητικές κ.ά.) δεν πρόκειται να αποκτήσουμε αν δεν αλλάξουμε γραμμή πλεύσεως..."

Ο Στέφανος Μπεκατώρος ήταν χημικός, ήταν βιβλιοθηκάριος, ήταν και ποιητής, ανήκε στη λεγόμενη γενιά του '70. Δεν είμαι ειδική και δεν μπορώ να εκφραστώ παραπέρα πάνω σ' αυτό, είμαι όμως αναγνώστρια ποίησης και ξεχωρίζω μερικά.

 Σπαρακτικό το ποίημά του για την ποίηση "Περιγραφή της ιδιωτικής κάμαρας" (από τη συλλογή Πατριδογνωσία, 1972):


Αφήστε με να πω τι είναι ποίηση
αφήστε με να απαντήσω τι είναι ποίηση
κύριοι
ένα καντήλι που καίει αίμα
το αίμα μου
καθώς εκείνο σπαρταράει
από την έλλειψη οξυγόνου
κι οι άλλοι πνίγουνται από τον μαύρο αγέρα
εγώ είμαι το φυτίλι που αλλάζει κάθε νύχτα
όταν ο πυρετός το καίει και το μαυρίζει
όταν η πίεση του ουρανού
κάτω απ' τον άλλο ουρανό το απειλεί
όταν ο ουρανός με θέλει άγγελο
και δεν μπορώ να είμαι
όταν ο ουρανός με θέλει καθώς πρέπει νεκρό
και δεν μπορώ να είμαι -
όχι όπως οι άλλοι νεκροί
που διώχνουν το πρόσωπο και δεν το θέλουν
ή δεν το μπορούν.

Αφήστε με να πω τι είναι ποίηση
κύριοι
προτού με δέσει στη γραβάτα του ο χρόνος
προτού οι άλλοι με πεινάσουν
και γυρίζω στους δρόμους ζητιανεύοντας
εγώ επιστρέφω μόνος στην πατρίδα
πεινώ από μέσα
διψώ από μέσα
λίγο ψωμί
λίγο νερό του άλλου κόσμου
εδώ -

μέσα στον ξένο πυρετό
και την αλλότρια λησμοσύνη.
 

Αλλά και "Το δάκρυ" (από τη συλλογή Περιορισμένος χώρος, 1975) 

Όπως τα δάκρυ έτσι έρχεται το ποίημα μέσα από τις βαθιές χαραγματιές
του σώματός μου. Βγαίνει απ' το σώμα μου
στο χώμα πέφτει κάποτε - κόκκινο ρόδο
και γίνεται χίλια κομμάτια κόκκινα
στον ουρανό πετάει κάποτε - το κόκκινο μαντήλι
που έφυγε από τα χέρια του παιδιού
στα χέρια πέφτει κάποτε - κόκκινος θρόμβος
γεμίζοντας ένα λευκό χαρτί.

Ό,τι κι αν γίνει
θα επιστρέψει κάποτε το ποίημα
ό,τι κι αν γίνει
θα σε γυρέψει κάποτε το ποίημα
ήσυχο κλάμα του νερού στην πηγή
φύλλωμα δέντρου όπως ξεψυχάει το απόγευμα
βιβλίο που φαγώθηκε απ' τη σκόνη
και την υγρασία κι έμεινε
στη μοναξιά καιρό.

Όπως το δάκρυ κι όπως το αναφυλλητό -
φτάνει μια μέρα που όλα γύρω γέρνουν κλείνει
ο κορμός χάνεται σβήνει ο ουρανός και μόνο
μένουν τα λόγια πάνω στο χαρτί κι η μουσική
πριν απ' τα λόγια πριν απ' το χώμα πριν
απ' τον ουρανό
κι όμως
μετά απ' το ποίημα. έτσι -
όπως το δάκρυ κι όπως το αναφυλλητό.


Αρχικά, είχα ξεκινήσει αντιγράφοντας το ποίημά του "Ελληνικός Χειμώνας" (από την ποιητική συλλογή Οδός Κυδαθηναίων , Πλέθρον, 1991), μου ταίριαζε στη διάθεση, στην εικόνα της μέρας, στην κατάσταση της εποχής.


κι ο άξιος εύκολα μένει στ’ όνειρο
κι ο άξιος με γυμνό σώμα πολεμά το επίγειο κράτος
Ν.Δ. ΚΑΡΟΥΖΟΣ
Σήμερα στάχτη ο ουρανός.
Σύννεφα καπνοί του πολέμου
κι εσύ σ’ αυτή την κάμαρη
της κρύας μοναξιάς
έρχεσαι
για ν’ ανοίξεις το παράθυρο
σ’ αυτό τον τόπο που ξεριζώνεται
από τον άνεμο της αδικίας.
Πώς ν’ αντέξεις.
Αιώνων βροχή
ακατάπαυτη από μοχθηρία
και ολιγόνοια γδέρνει τα κόκαλα
του άξιου
μα εκείνος
βλέποντας πάνω
μένει ακόμη
ορθός.
Πώς ν’ αντέξεις.
Στάχτη ο τόπος
παγωμένος ουρανός που διώχνει
τα παιδιά του Μια θυμωμένη
θάλασσα εκβράζοντας στην αμμουδιά
κουρέλια σκουπίδια σκοινιά
σάπιους καρπούς αδύναμα σανίδια.

Ας ελπίσουμε ότι ο Χειμώνας θα φέρει την Άνοιξη, τότε που "Έρχονται ακόμη τα πουλιά" (ομότιτλο ποίημα από την συλλογή  "Κομμάτια για τρία δάκτυλα", εκδόσεις Αίνος, 2005):

Έρχονται ακόμη τα πουλιά την Άνοιξη ναι
Ακόμη έρχονται ακούμε τις φωνούλες εκεί
Ψηλά κάτω στην δίνη οπού βρεθήκαμε
Δεν τα βλέπουμε και δεν μας βλέπουν
Τί να ιδούν τα κακόμοιρα δεν έχουν
Τίποτε να ιδούν φτερουγίζουν μόνα
Σκορπίζοντας το τραγούδι τους 
Καλές ελπίδες και θάρρος
Να φέρει στους φτωχούς
Ολομόναχους σε όλους
Τους κλεμμένους από
Την πικρή ζωή.

Στην ίδια συλλογή, αφηγείται "Όσα εζήσαμε":

Η πίκρα κάθεται στα μάτια μας και στα δάκτυλα
Κι ο μαύρος σκύλος κουλουριασμένος φωλιάζει
Μέσα στην καρδιάμας φιδάκι ήσυχο πουλί
Και τραγουδάει γλυκά όσα εζήσαμε.

Στο τελευταίο κάνει αναφορά στο Κοντσέρτο de Aranjuez του Rodrigo (εδώ με τον δεξιοτέχνη της κιθάρας John Williams).

Αφιερώνω την ανάρτηση στη μνήμη του κοριτσιού στη Θεσσαλονίκη που έφυγε τις προηγούμενες μέρες, γιατί το 2013 δεν είχαν ηλεκτρικό, δεν είχαν χρήματα, η μάνα του δεν είχε δουλειά, ήταν ξένοι, δεν είχαν στον ήλιο μοίρα... Δίχως να προλάβει να τραγουδήσει όσα έζησε, δεν έζησε... Πικρή που είναι η ζωή...

Αφήστε με να πω τι είναι ποίηση
αφήστε με να απαντήσω τι είναι ποίηση
κύριοι
ένα καντήλι που καίει αίμα
το αίμα μου
καθώς εκείνο σπαρταράει
από την έλλειψη οξυγόνου
κι οι άλλοι πνίγουνται από τον μαύρο αγέρα...
 
Πώς να μιλήσω άλλο για βιβλιοθήκες απόψε;


Σημ. Αφιέρωμα στον Στέφανο Μπεκατώρο υπάρχει στο  ποιείν.gr. Τα δύο ποιήματα "Περιγραφή της ιδιαωτικής κάμαρας" και "Το δάκρυ" τα μετέφερα από το ιστολόγιο  Ένα λιβάδι μέσα στην ομίχλη που ονειρεύεται. Είχα δανειστεί τη συλλογή "Κομμάτια για τρία δάκτυλα" από τη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδη, ενώ το βιβλίο για τις Βιβλιοθήκες υπάρχει στην προσωπική μου βιβλιοθήκη.