Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Εγώ είμαι ο άλλος: όταν τα παιδιά δείχνουν τον δρόμο!



Το παραπάνω βίντεο με τον τίτλο "Εκδρομή" είναι έργο μαθητών του 2ου Γυμνασίου Χανίων, αληθινά συγκινητικό και γνήσια ανθρώπινο, μας δίνει ένα μάθημα ισοτιμίας και ανθρωπιάς. Αυτό που βγαίνει με συγκινησιακά φορτισμένο, αλλά απλό, σύντομο και καθόλα αληθινό τρόπο είναι ότι τα παιδιά που χάνονται στη θάλασσα του Αιγαίου παλεύοντας να ξεφύγουν από τον πόλεμο και αναζητώντας τη Γη της Επαγγελίας στην Ευρώπη του 21ου αιώνα είναι παιδιά σαν και τα δικά μας. Τα ίδια τα παιδιά αναγνωρίζουν σ' εκείνα τα άλλα παιδιά τους εαυτούς τους και τους συμμαθητές τους, συνειδητοποιούν ότι αυτό που συμβαίνει σ' εκείνα τα άλλα παιδιά θα μπορούσε να συμβεί και στα ίδια. 

Δεν έχω παρά να πω ένα μεγάλο μπράβο στους μαθητές και στις μαθήτριες του Β' Γυμνασίου Χανίων κι ένα μεγάλο επίσης μπράβο στους δασκάλους τους, γιατί σίγουρα (και) σε αυτούς οφείλεται αυτό το έργο αλλά και όλες οι πολλές δραστηριότητες που έχουν τα παιδιά του σχολείου αυτού τα τελευταία χρόνια.

Μια και ο λόγος στα παιδιά, μου 'ρχεται στο νου το γαϊτανάκι, κι αμέσως οι στίχοι από το ομώνυμο παραμύθι της Ζωρζ Σαρρή:

Αν όλα τα παιδιά της γης
πιάναν γερά τα χέρια
κορίτσια αγόρια στη σειρά
και στήνανε χορό
ο κύκλος θα γινότανε
πολύ πολύ μεγάλος
κι ολόκληρη τη Γη μας
θ’ αγκάλιαζε θαρρώ.


Κι ύστερα, μου 'ρχεται στο νου ο περίφημος πίνακας του Ματίς "Ο Χορός". 

Ο χορός του Ανρί Ματίς, η παραπάνω εκδοχή από το Μουσείο Ερμιτάζ
Για τα παιδιά που αγωνιούν πώς να γλυτώσουν απ' τα κύματα του Αιγαίου...
Για τα παιδιά που γαντζώνονται στα σύρματα της Ειδομένης...
Για τα παιδιά που γίνονται απάτριδες πριν μάθουν τι είναι η πατρίδα και νιώσουν τη ζέστα και τη γλύκα της αγκαλιάς της...
Για τα παιδιά των δικών μας σχολείων και τα παιδιά όλου του κόσμου που είναι όλα ίδια και όλα ίσα...

Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Περί λογοκρισίας, γραφής και μνήμης: λίγες αναφορές και σκόρπιες σκέψεις



Με αφορμή το κατέβασμα του έργου "Ισορροπία του Nash" της Πειραματικής σκηνής του Εθνικού Θεάτρου ύστερα από τις αντιδράσεις συγκεκριμένων πλευρών, παραθέτω εδώ λίγα για τη λογοκρίσία και την ελευθερία της έκφρασης, αλλά και για τη γραφή, όπως συνδέεται με τη μνήμη και τη λήθη.

Γράφει για τη λογοκρισία το 2006 ο Στάινερ στο βιβλίο του "Η σιωπή των βιβλίων" (Ολκός, 2009):

Η λογοκρισία είναι εξίσου γηραιά  και πανταχού παρούσα με την ίδια τη γραφή. Είδαμε ήδη πως ήταν παρούσα καθ' όλη τη διάρκεια της ρωμαιοκαθολικής Ιστορίας. Συμμετείχε σε κάθε τυραννία, από τη Ρώμη του Αυγούστου έως τα σημερινά απολυταρχικά καθεστώτα. Είναι απλούστατα αδύνατο να καταμετρήσουμε τον εντυπωσιακό αριθμό κειμένων που ευνουχίστηκαν, "καθαρίστηκαν", παραποιήθηκαν ή αποσιωπήθηκαν εξολοκλήρου. Αλλά ούτε και οι λεγόμενες δημοκρατίες έχουν τα χέρια καθαρά. Στις Ηνωμένες Πολιτείες η κλασική και σύγχρονη λογοτεχνία «καθαρίστηκαν» ή αποσύρθηκαν από τις δημόσιες και πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες υπό το παιδαριώδες και ταπεινωτικό πρόσχημα του «πολιτικώς ορθού»... Στο μεγαλύτερο κομμάτι του σύγχρονου κόσμου, στην Κίνα, την Ινδία, το Πακιστάν, παντού όπου η κληρονομιά του φασισμού και του σταλινισμού κρατάει ακόμη, στα ούτε λίγο ούτε πολύ στρατιωτικά κράτη, στις θεοκρατίες ισλαμικού τύπου και, αποσπασματικά, στη Νότια Αμερική, οι συγγραφείς φυλακίζονται, αποκηρύσσονται...



Ο Ουμπέρο Έκο στο "Αναμνήσεις επί χάρτου" (Ελληνικά Γράμματα, 2007) επικαλείται τον Φαίδρο του Πλάτωνα για να αναφερθεί στο ρόλο των νέων μέσων πληροφόρησης στη μνήμη. Ο βασιλιάς Θαμούς αμφισβητεί τα πλεονεκτήματα της γραφής την οποία ανακάλυψε ο θεός Θευθ που ανακάλυψε τη γραφή. Και λέει ο Σωκράτης:

Λοιπόν άκουσα πως κάπου στη Ναύκρατι της Αιγύπτου υπάρχει ένας από τους αρχαίους τοπικούς θεούς, εκείνος, του οποίου είναι το ιερό πουλί που το ονομάζουν ίβι. Το όνομα του ίδιου του θεού είναι Θεύθ. Αυτός είναι που βρήκε πρώτος τους αριθμούς και το μαθηματικό λογισμό και τη γεωμετρία και την αστρονομία, και ακόμα τα παιχνίδια με τους πεσσούς και τους κύβους, και τέλος τους χαρακτήρες των γραμμάτων. Και εκείνη την εποχή βασιλιάς όλης της Αιγύπτου ήταν ο Θαμούς, που έμενε στη μεγάλη πόλη της επάνω περιοχής, την οποία οι Έλληνες την ονομάζουν Αιγυπτιακές Θήβες· και το θεό της τον ονομάζουν Άμμωνα. Ήρθε σε αυτόν ο Θεύθ και του έδειξε τις τέχνες του, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να διαδοθούν και στους άλλους Αιγυπτίους. 
Και ο Θαμούς ρώτησε ποια είναι η χρησιμότητα της καθεμίας· και ενόσω ο Θεύθ τις εξηγούσε μία προς μία, ο βασιλιάς επαινούσε ό,τι έκρινε πως λεγόταν καλά και κατηγορούσε ό,τι έκρινε πως δεν ήταν καλό. Λέγεται πως ο Θαμούς είπε στον Θεύθ πολλά υπέρ και εναντίον κάθε τέχνης, πράγματα, που αν τα εξετάσουμε αναλυτικά, θα μακρηγορούσαμε. 
Πάντως, όταν έφθασαν στα γράμματα, ο Θεύθ είπε: 

«Βασιλιά μου, η γνώση αυτών των πραγμάτων θα κάνει τους Αιγυπτίους πιο σοφούς και δυνατότερους στη μνήμη, γιατί βρέθηκε το φάρμακο της σοφίας και την μνήμης». 

Όμως ο Άμμωνας απάντησε: 

«Θεύθ, που κατέχεις τόσες τέχνες, να ξέρεις πως άλλος έχει την ικανότητα να δημιουργεί τις τέχνες, και άλλος εκείνη που θα του επιτρέπει να κρίνει πόσο πρόκειται να ωφελήσουν και πόσο να βλάψουν όποιους πρόκειται να τις χρησιμοποιήσουν. Και τώρα εσύ, ως πατέρας της τέχνης των γραμμάτων, από ευμενή διάθεση προς το έργο σου, απέδωσες τα αντίθετα από αυτά που μπορεί πραγματικά τούτη η τέχνη....»...

[Αντέγραψα την παραπάνω μετάφραση του Παναγιώτη Δόικου στην οποία παραπέμπει και το βιβλίο του Eco από την Πύλη για την ελληνική γλώσσα].



Αλλά και ο Μπόρχες το 1942 στο "Φούνες, ο Μνήμων" (από τα Άπαντα πεζά σε μετάφραση Αχιλλέα Κυριακίδη, είχα διαβάσει την έκδοση στα Ελληνικά Γράμματα του 2005, ενώ τώρα κυκλοφορεί σε δίτομη έκδοση Πατάκη του 2014), δίνει μια ενδιαφέρουσα πλευρά της μνήμης σε σχέση με την υπερπροσφορά πληροφοριών και την αξία που μπορεί να έχουν. Ο Ιρενέο Φούνες μέχρι τα δεκαενιά του ήταν "τυφλός, κουφός, κλούβιος, ξεχασιάρης" όπως όλους τους ανθρώπους όπως λέει, όταν όμως από ένα ατύχημα μένει παράλυτος αποκτά φοβερές δυνάμεις μνήμης.

Εμείς, με μια ματιά, μπορούμε ν' αντιληφθούμε διαμιάς τρία ποτήρια πάνω σ' ένα τραπέζι· ο Φούνες, όλα τα φύλλα, όλες τις ψαλίδες κι όλα τα σταφύλια μιας κληματαριάς. Ήξερε τα σχήματα που είχαν τα σύννεφα του νοτιά το ξημέρωμα της 30ης Απριλίου 1882, και μπορούσε να τα παραβάλει στη μνήμη του με τα "νερά" ενός δερματόδετου βιβλίου που του 'χε ρίξει κάποτε μια ματιά, και με τα σχήματα του αφρού που σήκωσε ένα κουπί στο Ρίο Νέγρο... Μου είπε: "Μόνος μου εγώ έχω πιο πολλές αναμνήσεις απ' όσες είχαν όλοι οι άνθρωποι μαζί από τότε που ο κόσμος είναι κόσμος"· κι ακόμα: "Τα όνειρά μου είναι όπως ο ξύπνος σας"· κι ακόμα, λίγο πριν φέξει: "Η μνήμη μου, κύριε, είναι ένας σωρός από σκουπίδια"....
 .....
Είχε μάθει χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια αγγλικά, γαλλικά, πορογαλικά, λατινικά. Υποπτεύομαι, ωστόσο, πως δεν ήταν πολύ ικανός στη σκέψη. Σκέψη είναι να ξεχνάς τις διαφορές, να γενικεύεις, να αφαιρείς. Στον υπερφορτωμένο κόσμο του Φούνες δεν υπήρχαν παρά λεπτομέρειες, σχεδόν σε πλήρη ετοιμότητα.... Σκέφτηκα πως καθεμιά απ' τις λέξεις μου (καθεμιά απ' τις κινήσεις μου) θα επιζούσε στην αμείλεικτη μνήμη του· με κυρίευσε ο φόβος όταν σκέφτηκα τις περιττές χειρονομίες μου να πολλαπλασιάζονται...

Τελικά, αναρωτιέμαι αν έχουν σχέση η λογοκρισία με τη γραφή και τη μνήμη. Η ίδια η γραφή είναι θεματοφύλακας της μνήμης, μπορεί βέβαια η υπερσυγκέντρωση να δημιουργεί και σκουπίδια (είναι εκπληκτικό ότι ο Μπόρχες μίλησε το 1942 για σκουπίδια στη μνήμη, όταν σήμερα, με την εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών, κάνουμε λόγο για περιττές πληροφορίες, για σκουπίδια στο Διαδίκτυο). Μπορεί αυτό να αποτελεί λόγο για αξιολόγηση, για φιλτράρισμα, για επιλογή, μπορεί όμως να αποτελεί αφορμή και για λογοκρισία; Η λογοκρισία έχει κατασταλτικό χαρακτήρα και επιβάλλεται από κάποιο τρίτο μέρος για να περιορίσει όχι τη ροή των πληροφοριών γενικά, αλλά τη ροή συγκεκριμένων πληροφοριών και για συγκεκριμένους λόγους.


Στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα ανθρώπινα δικαιώματα, στο άρθρο 19 διαβάζουμε:

"Καθένας έχει το δικαίωµα της ελευθερίας της γνώµης και της έκφρασης που σηµαίνει το δικαίωµα να µην υφίστανται δυσµενείς συνέπειες για τις γνώµες του και το δικαίωµα να αναζητεί, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, µε οποιοδήποτε µέσο έκφρασης, και από όλο τον κόσµο."

Τι έχει αλλάξει από τις 10 Δεκεμβρίου 1948 που κυκλοφόρησε η Διακήρυξη; 

Στο λεξικό Τριανταφυλλίδη διαβάζουμε:

λογοκρισία η [loγokrisía] Ο25 : 1. ο προληπτικός έλεγχος που ασκείται συνήθ. από μια αρχή σε προϊόντα του γραπτού ιδίως λόγου αλλά και σε θεάματα ή ακροάματα (βιβλία, έντυπα, εφημερίδες, επιστολές, κινηματογραφικά ή θεατρικά έργα κτλ.) με δικαίωμα επέμβασης στο περιεχόμενό τους (διαγραφές, τροποποιήσεις, απαγόρευση δημοσιοποίησης, κυκλοφορίας κτλ.): Tο δικτατορικό καθεστώς επέβαλε αυστηρή ~ στον τύπο. Οι επιστολές προς και από τους κρατουμένους υποβάλλονται σε ~ από τη διεύθυνση των φυλακών. Προληπτική ~, ο έλεγχος που ασκείται πριν από τη δημοσιοποίηση, την κυκλοφορία των προϊόντων. (έκφρ.) η ψαλίδα της λογοκρισίας. 2. η υπηρεσία που ασκεί τον έλεγχο: H ~ έκοψε μερικές σκηνές του έργου, γιατί τις θεώρησε πολύ τολμηρές.

[λόγ. λογοκρι(τής) -σία απόδ. γαλλ. censure]

Πάντως, για να επιστρέψω στην αφορμή για την ανάρτηση αυτή, τελικά, η ελευθερία θέλει τόλμη ή μήπως άλλα λέμε και άλλα καταλαβαίνουμε; Δηλαδή... γλωσσικό  το πρόβλημα. Κρίμα όμως να μην τολμάμε και ν' αφήνουμε να δηλώνουν δικαιωμένοι αυτοί που δεν θάπρεπε!

Υστερόγραφο: Είχα ετοιμάσει την ανάρτηση πριν από το θάνατο του Ουμπέρτο Έκο. Το πρώτο δικό του βιβλίο που διάβασα ήταν το "Θεωρία σημειωτικής" (Γνώση, 1988, σε μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη), στη συνέχεια βέβαια διάβασα και άλλα δικά του και κυρίως αυτά που σχετίζονται με τη γραφή, τα βιβλία και τις βιβλιοθήκες, Γυρνώντας πίσω σε ανάρτηση του 2012 σχετικά με το αν θα πρέπει να υπάρχει λογοκρισία στην επιλογή των βιβλίων σε μια βιβλιοθήκη, θυμήθηκα ότι στο σημείωμα που αναφέρω εκεί, η συντάκτρια είχε προτείνει να διαβάσουμε το "Όνομα του ρόδου" του Έκο. Ήταν Μάρτιος του 1985. Νάναι καλά.

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2016

Ιστορία του γερασμένου παιδιού, της Τζέννυ Έρπενμπεκ: ιστορία αντίστασης στη λήθη για ένα παιδί πεταμένο έξω απ’ το χρόνο

Στην αρχή μου φάνηκε παράξενο βιβλίο. Η ιστορία εξελίσσεται σιγά-σιγά, με πολλές λεπτομέρειες η ζωή στο ίδρυμα και οι συμπεριφορές των άλλων παιδιών στο δεκατετράχρονο κορίτσι, στην αρχή αναρωτιέσαι ποιο το νόημα, είναι και το ύφος της αφήγησης ιδιαίτερο, ο λόγος γίνεται κοφτός, μερικές φορές αναρωτιέσαι αν φταίει η μετάφραση.

Έτσι νόμιζα, έκανα διάφορες σκέψεις, δεν είχα διαβάσει το επίμετρο του μεταφραστή και προσπαθούσα να καταλάβω τι γίνεται. Όσο προχωρούσε όμως η ανάγνωση, στην αρχή ένιωσα μια συμπάθεια για την ηρωίδα του βιβλίου, ένα παράξενο, μοναχικό πλάσμα, δύσμορφο, παχύ, όμοιο με τις φιγούρες του Μποτέρο, είναι ν' αναρωτιέται κανείς αν τυχαία ταίριαξε η φιγούρα του κοριτσιού στον πίνακα του Μποτέρο (όπως στο παραπάνω εξώφυλλο) ή αν ο Μποτέρο εμπνεύστηκε τις γυναικείες φιγούρες του από τις περιγραφές της Τζέννυ Έρπενμπεκ. Αυτή είναι η συγγραφέας της νουβέλας "Ιστορία του γερασμένου παιδιού" (εκδ. Ίνδικτος 2004, μετάφραση Αλέξ. Κυπριώτης), το οποίο αναφέρεται στην (αληθινή) ιστορία ενός δεκατετράχρονου κοριτσιού σε ένα ίδρυμα μιας πόλης και μιας χώρας.

Αλλά, ας μην πω την ιστορία, αν και το βιβλίο έχει εξαντληθεί (και είναι κρίμα), μπορεί να βρεθεί σε κάποια βιβλιοθήκη (εγώ το βρήκα στη Βιβλιοθήκη του Ευγενίδειου Ιδρύματος) γιατί αξίζει να διαβαστεί. (Σ' αυτό πρέπει να κάνω μνεία στη Βιβή Γ. και στη Λέσχη Ανάγνωσης Degas όπου πρωτοδιάβασα για τη συγγραφέα και το βιβλίο).

Το ονομάζουν πολιτικό βιβλίο, και νομίζω τελικά έτσι είναι, και συγκεκριμένα, όπως διαβάζω στη σελίδα του Ίνδικτου "μια αλληγορικὴ ελεγεία για την πτώση του πάλαι ποτὲ «υπαρκτού σοσιαλισμού», μια παραβολὴ για το κλειστό «ίδρυμα» της Ανατολικής Γερμανίας".

Η ιστορία ξεκινά με την εικόνα ενός παιδιού στο δρόμο μ' ένα κουβά στο χέρι. Δεν θα πω πολλά για το γερασμένο παιδί της ιστορίας, θα πω μόνο πως η χώρα είναι η Ανατολική Γερμανία ή Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας και η πόλη είναι η Δρέσδη.

Όταν στο ίδρυμα γιορτάζουν μια επέτειο στις 13 Φεβρουαρίου, όπως σε όλη την πόλη, χωρίς να την κατονομάζουν, καταλαβαίνουμε πως είναι η Δρέσδη. 13 Φεβρουαρίου 1945 ήταν η πρώτη μέρα βομβαρδισμού της από τις συμμαχικές δυνάμεις. Ήταν για ν΄αφήσουν και οι σύμμαχοι το  μήνυμα πως ο πόλεμος, απ’ όπου κι αν προέρχεται, είναι άγριος και απάνθρωπος. Γράφει λοιπόν η Έρπενμπεκ:

«Στις 13 Φεβρουαρίου βομβαρδίστηκε για πρώτη φορά η πόλη, βομβαρδίστηκε μια φορά, κι ύστερα, όταν οι άνθρωποι βγήκανε στα τέσσερα απ’ τα υπόγεια, αμέσως άλλη μία, βομβαρδίστηκε τόσο πολύ που ο ποταμός που βρίσκεται η πόλη άρχισε να βράζει, και δεν έμεινε τίποτα από την πόλη όρθιο».

Ο ποταμός είναι ο Έλβας. Ο διευθυντής του ιδρύματος έβγαλε λόγο για την επέτειο και μίλησε «για τον ποταμό που έβραζε, και που λέει ότι εκείνοι που πέσανε στον ποταμό, για να γλυτώσουνε από τη φωτιά, γίνανε βραστοί».

Το δεκατετράχρονο κορίτσι δεν μπορεί να φάει και ρωτά τη μαγείρισσα: «Γιατί γίνεται γιορτή σήμερα, αφού οι άνθρωποι γίνανε βραστοί;»

Και η μαγείρισσα απαντά: «Πρέπει να γιορτάζουμε αφού δεν μπορούμε να τα ξεχάσουμε».

Η Δρέσδη μετά τους βομβαρδισμούς το Φλεβάρη 1945 (Πηγή φωτογραφίας εδώ)
Πολλοί είπαν πως το βιβλίο αυτό της Έρπενμπεκ είναι μια παραβολή για τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας. Νομίζω πως ο παραπάνω διάλογος είναι σίγουρα μια αλληγορία για το δράμα της χώρας αυτής, τουλάχιστον στα μάτια και στην καρδιά της συγγραφέα, που γεννήθηκε πολύ μετά τον βομβαρδισμό της Δρέσδης, ζει όμως τη χώρα αυτή πριν και μετά την πτώση του Τείχους και την αφομοίωσή της από τη Δυτική Γερμανία (με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει γενικά, αλλά κυρίως για την ίδια).

Ο χρόνος, οι μνήμες και η λήθη φαίνεται ν’ απασχολούν τη συγγραφέα. Λέει σε κάποιο σημείο:
«... το κορίτσι καταλαβαίνει ότι έχει κάνει λάθος στο χρόνο της μέρας. Δεν είναι καθόλου πρωί, είναι βράδυ. Σαν τυφλή έπεσε πάνω στο χρόνο...».

Κι όταν το κορίτσι αναπολεί τα Σάββατα στο σχολείο και «κρατιέται απ’ την ανάμνηση του αδειάσματος των ερμαρίων», της μένει το «κάθε Σάββατο», που «συμβολίζει την τάξη και τον κανόνα, ότι ξέρει κανείς τί να κάνει, τί να περιμένει, κι ότι ξέρει κανείς τί είναι».

Τί άλλο θα μπορούσε να γράψει για να θεωρηθεί πικρή αλληγορία από την ερμηνεία που δίνει για το κορίτσι που προσπαθεί να θυμηθεί και που «φαίνεται σαν να ΄χει χάσει μαζί με την ανάμνηση για κείνο που πρέπει να είναι. Έχει την εντύπωση ότι είναι σαν κάποιον που συρρικνώθηκε, σαν κάποιον που συρρικνώθηκε μέσα στο χρόνο σαν μέσα σε φωτιά, κι είναι τώρα ένα κομματάκι σε κάποιο ίδρυμα για παιδιά». Το παιδί βρίσκεται στο νοσοκομείο, οι συμμαθητές του δεν έρχονται να το δούν, κι αυτό νιώθει «πεταμένο έξω απ’ το χρόνο».

Ο μεταφραστής, Αλέξανδρος Κυπριώτης, μεταφέρει στο επίμετρο την άποψη που υπάρχει για το βιβλίο ότι πρόκειται για παραβολή – ιστορία της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας – και για «απάντηση στην καρατομημένη νοσταλγία που επινόησαν οι Δυτικοθρεμμένοι ειδικοί και η βιομηχανία του μάρκετινγκ». Και συνεχίζει:

«Η Τζέννυ Έρπενμπεκ μοιάζει να υπερασπίζεται πεισματικά τη γοητεία του τερατώδους, δεν ωραιοποιεί το παρελθόν, αλλά ούτε το αποποιείται, το απογυμνώνει, του κατεβάζει το «συλλογικό βρακί» και το καταθέτει ως προσωπική εμπειρία, ως βιωμένο παρελθόν, ως μία καταδικασμένη εκ των προτέρων αντίσταση, που πέρα από την πρώτη ανάγνωσή της αντιστέκεται σ’ αυτό ακριβώς  που φαίνεται να ιστορεί: τη λήθη».

Είναι μια ιστορία αντίστασης στη λήθη για κομμάτια της ιστορίας του 20ου αιώνα πεταμένα έξω από το χρόνο, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τον καθένα...

Και η Δρέσδη ένα τέτοιο κομμάτι είναι... 

Κυριακή 7 Φεβρουαρίου 2016

Της Κρήτης ο χαλασμός, του Μανόλη Σκλάβου


Από τα πιο ενδιαφέροντα διαβάσματα της περασμένης χρονιάς ήταν το βιβλίο "Της Κρήτης ο χαλασμός" του Μανόλη Σκλάβου που επιμελήθηκε η Τασούλα Μαρκομιχελάκη και εξέδωσε το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του ΑΠΘ στη σειρά "Παλαιότερα κείμενα της νεοελληνικής λογοτεχνίας". Πρόκειται για ένα δημώδες ποίημα, που αναφέρεται στον ισχυρό σεισμό του 1508, έντασης 7,2 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, που είχε επίκεντρο τον Χάντακα. Έχει ενδιαφέρον ότι η Μαρκομιχελάκη, πέρα από το ίδιο το ποίημα το οποίο παρουσιάζεται σε αντικρυστές σελίδες στην αρχική του μορφή και σε μεταφρασμένη, κάνει και μια εξαιρετικά κατατοπιστική παρουσίαση του γεγονότος με ιστορικά και άλλα στοιχεία και με πολλές αναφορές σε άλλες πηγές σχετικά με το σεισμό εκείνο αλλά και άλλους ισχυρούς σεισμούς που έχουν πλήξει το νησί. Επίσης, παρουσιάζει στοιχεία για την πόλη του Χάνδακα, καθώς και στοιχεία για το ιστορικό του ίδιου του ποιήματος και την τύχη του πρωτοτύπου και των αντιγράφων του.

Το ποίημα, όπως μας πληροφορεί η επιμελήτρια, πρέπει να γράφτηκε το καλοκαίρι του 1508 (ο σεισμός έγινε στις 29 Μαϊου). Είναι γραμμένο στο κρητικό ιδίωμα της εποχής με επιρροές ακόμη από την υστερομηνωική δημώδη ποίηση, σε ομοιοκατάληκτο ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο. Με την ευκαιρία, μας δίνει πληροφορίες για την ομοιοκαταληξία και τα σχήματα λόγου που χρησιμοποιούνται, σε σχέση με ιστορικά στοιχεία και με άλλα έργα. [Εδώ αξίζει κανείς να ανατρέξει στην ενδιαφέρουσα ανακοίνωση της Μ. Κοξαράκη "Ερωτόκριτος: Αφετηρία ή σταθμός της μαντιν(ι)άδας;" στο Συνέδριο του Δήμου Σητείας 2015 "Ψηλαφίζοντας τον γραπτό και προφορικό λόγο στην Ανατολική Κρήτη"].


Η πρώτη σελίδα του ποιήματος από το μοναδικό χειρόγραφο αντίγραφο του κώδικα της Βιέννης αρ. 244
Στη συνέχεια, μας δίνει πληροφορίες για τον ίδιο το συγγραφέα του ποιήματος, για τις επιστημονικές του γνώσεις και για τη σχέση του με τα εκκλησιαστικά.  Σύμφωνα με ενδείξεις, ο Σκλάβος πρέπει να ήταν "ουνίτης", δηλαδή "ενωτικός", δηλαδή να υποστήριζε την ένωση των εκκλησιών. Μας περιγράφει εκκλησίες του Χάνδακα, που ακόμα υπάρχουν ή δεν υπάρχουν στο σημερινό Ηράκλειο, μας μιλά για εκκλησιαστικά κείμενα, για αγιογραφίες, για θρησκευτικές και κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής. 

Μας μιλά ακόμη και για τη μέτρηση του χρόνου, βρίσκοντας αφορμή από τον στίχο του ποιήματος  που αναφέρεται στη στιγμή του σεισμού, ερμηνεύοντας το ημερολόγιο (Ιουλιανό) της εποχής:

Εις ώρες δύο της νυκτός, ο κύκλος του ηλίου
έτρεχεν τότες δεκαφτά, κι έξι του φεγγαρίου,
κι ήτον θεμέλιον 'κοσιοκτώ, και πρώτη με τον δρόμο,
όντεν ο Θεός με τον σεισμόν μας έστειλεν τον τρόμον...


Αλληγορική απεικόνιση του Χάνδακα από χάρτη του 1625

Πολύ ενδιαφέροντα είναι τα στοιχεία που δίνει για την πόλη του Χάνδακα με τα μέγαρα, τα ανάκτορα, τις εκκλησίες, τις λιτανείες, τις συνοικίες, τα τείχη, τη διοίκηση, αλλά και για όλο το νησί, για τους επιδρομείς, για τη σχέση με την Πόλη, με τη Βενετία και με άλλα νησιά, για το κρητικό κρασί και τις αγορές της Ευρώπης.

Ας παραθέσω εδώ λίγα αποσπάσματα (στο πρωτότυπο κείμενο):

Κρήτης, 'πο 'σεν εξέβηκεν στον κόσμο όλη η φρόνα
και τα ρηγάτα ετίμησες με την διπλήν κορόνα,
διατί βαστάς βασιλικό σημάδι στο κεφάλι,
την Πόλην και τον Γαλατάν εμόρφιζες στα κάλλη.
Κρήτης, η Ρόδο εθλίβηκε, της Χιος εκακοφάνη
τ' ανόλπιστόν σου το κακόν, και από τον νουν τους βγάνει
να πέσουν τα παλάτια σου, που 'σαν τιμή κι εκείνα,
και απάνου σ' όλα τα νησιά ευρίσκεσουν ρηγίνα...
.....................................................................................
Πενήντα σώνουν κι εκατό δίστιχα πρικαμένα,
της Κρήτης η αθιβολή, τα παραπονεμένα.
Μανόλης Σκλάβος με σπουδή και με μεγάλον κόπον
τούτα τα δίστιχα έβγαλα δια θρήνον των ανθρώπων.
Ως εδαπά τελειώνουνται μισό και κιντινάρι
τα βέρσια τούτα πόκαμα με του Θεού την χάρην.

Δόξα τω Θεώ τω εν Τριάδι υμνουμένω.
Τέλος Της Κρήτης ο χαλασμός, και πάλι τέλος.

Κυριακή 24 Ιανουαρίου 2016

Υπάρχουν δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα; Με αφορμή ένα άρθρο για τον Τάκη Παπατσώνη.


Ένα ενδιαφέρον πρόγραμμα που είχε το ΕΚΕΒΙ για την προώθηση της ανάγνωσης στα παιδιά (Πηγή: http://www.mikrosanagnostis.gr/


Στην Εποχή της Κυριακής 4 Ιανουαρίου 2016, με τον τίτλο "Τύχες Παπατσώνη", η πολύ καλή κριτικός λογοτεχνίας Μάρη Θεοδοσοπούλου ασχολήθηκε με τον Τάκη Παπατσώνη και πιο συγκεκριμένα με την ελλιπή βιβλιογραφία που υπάρχει πάνω στο έργο του ποιητή. Το δημοσίευμα αναφέρεται στα αφιερώματα που έχουν γίνει σε περιοδικά στην Ελλάδα και στην Κύπρο και εκτενώς στο σχετικό βιβλίο του Αλέξανδρου Αργυρίου (Γαβριηλίδης 2009). 

Αλλά εδώ, βρήκα ως αφορμή την πρώτη παράγραφο για να αναφερθώ στις βιβλιοθήκες. Έτσι ξεκινά το άρθρο της η Μ.Θ.:

Εφέτος, στις 26 Ιουλίου, συμπληρώνονται 40 χρόνια από τον θάνατο του Τάκη Παπατσώνη. Λησμονημένος την πρώτη 25ετία, τα τελευταία χρόνια όλο και κάποιοι τον θυμούνται. Αν και όχι συστηματικά, δείχνουν μάλλον ως μεμονωμένες πρωτοβουλίες. Ενδεικτικά αναφέρουμε, ότι οι βασικές τρεις συναγωγές των δοκιμίων του, το δίτομο «Ο τετραπέρατος κόσμος» (1966 & 1976) και το «Όπου ην κήπος» (1972), είναι εδώ και χρόνια εξαντλημένες. Οι δυο εκδοτικοί οίκοι, στους οποίους στεγάζεται το έργο του, φαίνεται να μην έχουν αντίληψη του κενού, που αυτή η αμέλεια δημιουργεί στην προσέγγιση του έργου του. Δοθέντος, βεβαίως, ότι ζούμε σε μία χώρα, που το είδος δανειστική βιβλιοθήκη έχει προ πολλού εκλείψει για τους πληβείους των γραμμάτων. Στα βιβλιοπωλεία διατίθενται ο τόμος με την ποίησή του και τα ταξιδιωτικά του..."

Η αλήθεια είναι ότι συχνά ακούγονται φωνές απόγνωσης, ότι δεν έχουμε βιβλιοθήκες, ότι δεν έχουμε δανειστικές βιβλιοθήκες ή αντίθετα ότι οι βιβλιοθήκες, λόγω και του Ιδρύματος Σταύρου Νιάρχου, έχουν βγει από την αφάνεια και τη  μιζέρια κτλ. κτλ. Δεν έχω πρόθεση να μπω σε μια τέτοια συζήτηση τώρα, απλά για ενημέρωση και μόνο θα ήθελα να δώσω κάποιες πληροφορίες για όσους πιθανόν δεν γνωρίζουν ότι υπάρχουν δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα. 
 
Πριν απ' αυτό όμως, θα ήθελα να σημειώσω ότι το πρόβλημα δεν είναι αν υπάρχουν ή όχι δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα, αλλά πώς λειτουργούν αυτές οι βιβλιοθήκες και αν χρησιμοποιούνται. 

Για το πρώτο, η εικόνα δεν είναι και η καλύτερη: ελλιπής χρηματοδότηση, ελλιπής εμπλουτισμός της συλλογής με νέο υλικό, ελλιπής στελέχωση, ελλιπής διασύνδεση και πάνω απ' όλα ανυπαρξία εθνικής πολιτικής βιβλιοθηκών. Η κριτική μου δεν αφορά (μόνο) την παρούσα Κυβέρνηση, την αφορά όμως πια στο βαθμό που δεν σκύψει σοβαρά και συντεταγμένα, ώστε να δείξει ότι αποδέχεται πως και οι βιβλιοθήκες αποτελούν απαραίτητο στοιχείο μιας αριστερής πολιτικής. Όχι ότι δεν αντιλαμβάνομαι τα γενικότερα προβλήματα, όχι ότι δεν καταλαβαίνω τι θα πει να μην έχει κανείς να φάει ή να μην έχει δουλειά ή τι θα πει να πνίγεται στα αφιλόξενα πια νερά του Αιγαίου, όμως μια Κυβέρνηση κάνει πολιτικές, κάνει διαβούλευση, διάλογο για όλα τα θέματα, έτσι, λοιπόν, χρειάζεται πολιτική και για τις βιβλιοθήκες, ώστε να χαρτογραφήσει το χώρο για να τον γνωρίζει και στη συνέχεια να μπορεί να βάζει στόχους, προτεραιότητες, κτλ. (πρωτίστως αυτά για τους αγαπητούς Υπουργούς και συνεργάτες τους στα Παιδείας, Έρευνας και Πολιτισμού). Θέλω να ελπίζω πως υπάρχει μια τέτοια βούληση. Ένιωσα πολλή στενοχώρια διαβάζοντας την τελευταία ανάρτηση στις Βολτίτσες, όπου περιγράφεται η θλιβερή εικόνα μιας σημερινής δημόσιας βιβλιοθήκης, χωρίς μόνιμο ειδικευμένο προσωπικό και χωρίς ανανέωση της συλλογής της εδώ και χρόνια. Αυτό, δυστυχώς, είναι κάτι που το συναντάμε στις βιβλιοθήκες, πολύ δύσκολα θα βρούμε νέες εκδόσεις (βρίσκουμε πάντως κάποιες), όμως οι δανειστικές βιβλιοθήκες δεν είναι μόνο για τα καινούρια, σ' αυτές βρίσκουμε συγκεντρωμένους θησαυρούς από βιβλία παλιότερα, πολύ συχνά εξαντλημένα.
Ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία της Ομάδας "Διαβάζοντας μεγαλώνω"
Το δεύτερο θέμα αφορά τη χρήση των βιβλιοθηκών. Λέγεται ότι τα χρόνια της κρίσης έχει αυξηθεί η επισκεψιμότητα και είναι αλήθεια ότι το παρατηρώ στις βιβλιοθήκες που χρησιμοποιώ. Το ζήτημα είναι αν η χρήση τους έχει ενταχθεί και πόσο στη ζωή μας, και βέβαια αυτό συνδέεται με την ανάγνωση (και ίσως οι λέσχες ανάγνωσης να έχουν συμβάλει σ' αυτό) και με τη συμβολή του σχολείου (αχ αυτές οι σχολικές βιβλιοθήκες, τι πληγή...). Αξίζει να διαβάσει κανείς μια έρευνα που είχε δημοσιευτεί στο τεύχος του 2015 του περιοδικού "ο αναγνώστης"  με θέμα "Τι διαβάζουν όσοι δανείζονται από βιβλιοθήκες" (είχε δημοσιευτεί και στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού εδώ). Αν και δίνει στοιχεία από βιβλιοθήκες μόνο της Θεσσαλονίκης και για τα έτη 1982-2012, δίνει μια ενδεικτική, αρκετά αληθινή όπως την αντιλαμβάνομαι, εικόνα της πραγματικής κατάστασης και σίγουρα η επικαιροποίηση και επέκτασή της θα μπορεί να δώσει στοιχεία για πληρέσετρη χαρτογράφησή της σε όλη την επικράτεια. Επομένως, για μένα το δεύτερο ζήτημα, που φυσικά συνδέέται με το πρώτο και οπωσδήποτε με τις πολιτικές, αφορά την καθιέρωση πιο συνεκτικής σχέσης του νέου ανθρώπου, δηλαδή του μικρού παιδιού, με τη γνώση και με τα αντικείμενα προβολής και ανάπτυξης της γνώσης (που είναι και τα βιβλία και οι υπολογιστές και το διαδίκτυο και το παιχνίδι..., κάπου εκεί ανάμεσα μπλέκει και η βιβλιοθήκη, άμεσα ή έμμεσα, αλλά αυτό είναι άλλης μελέτης θέμα).

Αλλά επειδή πολυφλυάρησα με τα θεωρητικά, ας παραθέσω εδώ κάποια στοιχεία για τις δανειστικές βιβλιοθήκες της χώρας μας, με όλα τα προβλήματα που υπάρχουν και περιμένουν τη λύση τους. Γενικά, θα ήθελα να σημειώσω ότι οι βιβλιοθήκες (εκτός εξαιρέσεων) είναι έτσι κι αλλιώς ανοικτές στο κοινό για επίσκεψη και για περιδιάβαση στα ράφια (θλιβερή εξαίρεση αποτελούν κάποιες βιβλιοθήκες, οι οποίες για διάφορους λόγους δεν επιτρέπουν αυτή την πρόσβαση, και δεν αναφέρομαι φυσικά στην Εθνική Βιβλιοθήκη ή σε ειδικές, ιστορικές συλλογές άλλων βιβλιοθηκών που λόγοι προστασίας επιτάσσουν αυτό μτον περιορισμό).



Ξεκινώ από το Συλλογικό κατάλογο των ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών, οι οποίες είναι ανοικτές για όλους, αλλά δανείζουν στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Έχει ενδιαφέρον ομως ότι οι βιβλιοθήκες αυτές έχουν υλοποιήσει πολλά έργα ψηφιοποίησης είτε υλικού των ιδρυμάτων τους (π.χ. πτυχιακές και διατριβές), αλλά και άλλες εκδόσεις περιοδικά, βιβλία κτλ. (αναφέρω πολύ ενδεικτικά το Πανεπιστήμιο Κρήτης με το έργο Ανέμη όπου μπορεί κανείς να βρει πολλά παλιά και νεότερα, ελεύθερα πνευματικών δικαιωμάτων βιβλία, το Πανεπιστήμιο Πατρών που έχει δώσει έμφαση στην ψηφιοποίηση περιοδικών του 19ου αιώνα και όχι μόνο με το έργο Κοσμόπολις, κ.ά.).


Είναι ιδιαίτερα χρήσιμο το σύστημα ΑΡΓΩ του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης, όπου κανείς μπορεί να δει δημόσιες, δημοτικές, βιβλιοθήκες ιδρυμάτων κτλ. Από κει, μπορούμε να επιλέξουμε μία η περισσότερες βιβλιοθήκες κάθε κατηγορίας. Είναι ενδιαφέρον να πούμε ότι σε πολλές βιβλιοθήκες, κυρίως δημόσιες, βρίσκουμε ψηφιοποιημένες εκδόσεις τις οποίες μπορούμε να ανοίξουμε και να διαβάσουμε (όπως π.χ η Δημόσια Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου, πληροφορίες γενικά για ψηφιοποιημένες συλλογές και από εδώ, δυστυχώς όμως πολλά έργα έχουν διακοπεί).



Θα μπορούσα ενδεικτικά να αναφερθώ σε κάποιες δημοτικές βιβλιοθήκες. Καταρχάς, η Δημοτική Βιβλιοθήκη Χανίων, είναι μια δραστήρια, με πλούσια συλλογή, βιβλιοθήκη. 


                                          

Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Χαλανδρίου (του Αετοπούλειου Πολιτιστικού Κέντρου) είναι μια βιβλιοθήκη με πολλές εκδηλώσεις, δραστήριες λέσχες ανάγνωσης, πολύ πλούσια συλλογή, πλούσια και δραστήρια παιδική βιβλιοθήκη χωρίς όμως ηλεκτρονικό κατάλογο, διαθέσιμο από το Διαδίκτυο. Αυτό αποτελεί μια σοβαρή έλλειψη και αναρωτιέμαι πώς και γιατί δεν έχουν καταφέρει να υλοποιήσουν την εφαρμογή του ΑΒΕΚΤ όπως οι άλλες δημοτικές βιβλιοθήκες.

Εξίσου δραστήρια είναι η Δημοτική Βιβλιοθήκη Αγίας Παρασκευής, η οποία λειτουργεί μαζί (και) με την υποστήριξη του Μουσείου Αλέκου Κοντόπουλου, με πολλές εκδηλώσεις, πλούσια συλλογή, ηλεκτρονικό κατάλογο με το ΑΒΕΚΤ, πολύ δραστήριο παράρτημα στο Κοντόπευκο (που δυστυχώς η συλλογή του δεν περιλαμβάνεται στον ηλεκτρονικό κατάλογο, είναι όμως σχεδόν ίδια με τη συλλογή της κεντρικής βιβλιοθήκης). Η αλήθεια είναι ότι για τη συγκεκριμένη δημοτική βιβλιοθήκη έχω αναφερθεί κι άλλες φορές αφού είναι στη γειτονιά μου (όπως εδώ κι εδώ κι εδώ κι εδώ). Ένα έλλειμμα, ο ιστότοπος της βιβλιοθήκης. Η σελίδα http://www.vivagiaparaskevi.gr/ είναι παλιά.

Ένα πρόβλημα που υπάρχει με τους Δήμους, είναι η εκτίμηση του ρόλου και της σημασίας της βιβλιοθήκης για τους δημότες τους, για τους ανθρώπους που καταρχάς κατοικούν στην περιφέρειά τους αλλά και ευρύτερα.

Συμπληρωματικά, δεν μπορώ να παραλείψω τη Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Ευγενίδηπου την γνώρισα (και συνεργάστηκα μαζί της) ως μια από τις πρωτοπόρες τεχνικές βιβλιοθήκες (μαζί με τη Βιβλιοθήκη του ΤΕΕ και τη Βιβλιοθήκη του Δημόκριτου), σήμερα είναι μια από τις σημαντικότερες, δημόσιες στη μορφή, βιβλιοθήκες της ευρύτερης περιφέρειας.

Επίσης, να αναφέρω την πολύ σημαντική Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδας, τη Βιβλιοθήκη του μεγάρου Μουσικής, με εξαιρετική συλλογή, πολλές εκδηλώσεις και με δυνατότητα δανεισμού.

 Δανεισμός στη Βιβλιοθήκη του ΤΕΕ (η εικόνα από σχετικό άρθρο στο Ενημερωτικό Δελτίο)
Άφησα τελευταία τη Βιβλιοθήκη του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας, στην οποία ήμουν 25 ολόκληρα χρόνια, που είναι ανοικτή για οποιονδήποτε και μπορεί να δανειστεί όχι μόνο αυστηρά τεχνικά βιβλία αλλά και βιβλία από θεματικές περιοχές που ακουμπούν τέτοια θέματα, όπως κοινωνικά ζητήματα, περιβάλλον, θέματα χώρου, ιστορία της επιστήμης κτλ. 

Η παραπάνω αναφορά δεν είναι πλήρης ούτε συστηματική, απλά ήθελα να αποκαταστήσω (;) αυτό που εύκολα λέγεται "δεν υπάρχουν δανειστικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα" και να ξαναμιλήσω για την αναγκαιότητα ύπαρξης πολιτικής και στρατηγικής...

Θα ηθελα επίσης να σημειώσω οτι βρήκα εργα Παπατσώνη σε κάποιες βιβλιοθήκες, ίσως οχι ικανοποιητικά για έναν μελετητή, όμως δεν απουσιάζει.

Κατά τα άλλα, στη σημερινή Εποχή, η Μάρη Θεοδοσοπούλου αναφέρεται σε ένα άλλο βιβλίο, στη "Δρακοντιά" του Στάθη Κοψαχείλη. Καλή μας ανάγνωση. Στο μεταξύ, αντιγράφω το ποίημα που έγραψε ο Παπατσώνης για τον Παπαδιαμάντη:

Το μνήμα του Παπαδιαμάντη 

Σε ψηλό βουνό που δεσπόζει
στη μοναξιά τριγύρω και στην ειρήνη
της Δυτικής Σκιάθος, που αφήνει
απ’ το ένα μέρος το ευρύ πέλαγος να κρώζει
τη νύχτα, ενώ από τ’ άλλο οιμώζει
πλουσίων βουνών ο άνεμος, – αντί σε κλίνη,
έστω και καλογερικά στρωτή, το σώμα παραδίνει
σε αγκαθόσπαρτο μνήμα, (μόλις που σώζει
ένα σταυρόν ώς σήμερα από ξύλο που ξεβάφει
και διαβιβρώσκεται) ο ακατανόητος ιεροφάντης
και μυστικός, Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης.

Τον ελεεινόν σταυρό τούτος ο λόγος επιγράφει:
« Ο κάθε στοχασμός σου – ασμάτων άσμα·
» στον κόσμο το δικό σου – κόσμος το κάθε πλάσμα ».


-----------------------------------------
[Σημειώνεται ότι όλα τα άρθρα της Μ.Θ αναρτώνται και στο ιστολόγιό της Ex Libris, όπου πραγματικά αξίζει να ανατρέχει κανείς είτε είναι μελετητής ή απλός αναγνώστης, αν και μπορεί κάποιες φορές να κουράζουν λόγω της μορφής και όχι του περιεχομένου (νιώθω άβολα γιατί εκτιμώ το έργο της, όμως η παρατήρηση που μπορεί να γίνεται αφορά τη μεγάλη έκταση των άρθρων, το μικρό μέγεθος των χαρακτήρων και το πολύ κείμενο στην οθόνη ή στο χαρτί όταν πρόκειται για την εφημερίδα όπου είναι ολοσέλιδα].

Τετάρτη 20 Ιανουαρίου 2016

Οι Δενδρίτες της Κάλλιας Παπαδάκη και εικόνες από το Κάμντεν του Νιου Τζέρσεϊ



Από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα το χρόνο που πέρασε ήταν οι "Δενδρίτες" της Κάλλιας Παπαδάκη. Μέσα από τις ιστορίες γενεών ελλήνων μεταναστών στο Κάμντεν του Νιου Τζέρσεϊ της Αμερικής από τη δεκαετία του ΄20 μέχρι σχεδόν τις μέρες μας, η συγγραφέας μας αφηγείται τη ζωή και την εξέλιξη της πόλης όλα αυτά τα χρόνια και βρίσκει την ευκαιρία να σταθεί στις συνθήκες που διαμορφώνονταν για τους μετανάστες (ή και οι ίδιοι διαμόρφωναν στους τόπους που πήγαιναν), αλλά επίσης στις οικονομικές και πολιτικές καταστάσεις, στο κραχ του '29, στα ναρκωτικά, στην ποτοαπαγόρευση, στη μαφία, στην Κου-Κλουξ-Κλαν.

Έχει ψάξει σε αρχεία και χρησιμοποιεί λεπτομέρειες της καθημερινότητας με πολλή πειστικότητα, ας πούμε δρομάκια της πόλης και συνήθειες των ανθρώπων, ο ποταμός Ντέλαγουερ και οι γέφυρες Μπέντζαμιν Φράνκλιν και Ουόλτ Ουίτμαν, που βάζουν τον αναγνώστη στο πλαίσιο της κάθε εποχής που αφηγείται. Το μυθιστόρημα είναι ένα συνεχές πηγαινέλα από τη μια εποχή στην άλλη μέσα από τις ιστορίες του Αντώνη Καμπάνη (Νώντα) και του γιου του Μπέιζελ Καμπάνη, των γυναικών τους και των παιδιών τους, αλλά και του Ιταλού Μέκκα, που ήταν αφεντικό του Αντώνη. Αυτός, επίσημα είχε γραφείο τελετών, λεφτά όμως έβγαζε από το παράνομο εμπόριο γκράπας και με αφορμή την περίπτωσή του η συγγραφέας δίνει συγκλονιστικά στοιχεία για τη νοθεία που γινόταν στα ποτά και τη λειτουργία των παράνομων αυτών κυκλωμάτων. 

Πολλά στοιχεία, πολλές πληροφορίες για την πόλη και τους ανθρώπους, ασθμαίνουσα γραφή, κάθε παράγραφος μια πρόταση, για να μην το σταματάς. Δεν θέλεις να το αφήσεις. Είναι εντυπωσιακό πώς ξεδιπλώνεται η ιστορία μιας πόλης και μαζί η ιστορία των ανθρώπων που την κατοικούν, πολλοί οι έλληνες οι μετανάστες στην αρχή, πορτορικάνοι και μεξικανοί αργότερα, οι οποίοι θα δώσουν και μια διαφορετική μορφή στη ζωή της. 

Σήμερα πια, το Κάμντεν είναι μια από τις φτωχότερες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών και μια από τις πόλεις με τη μεγαλύτερη εγκληματικότητα. Η αλήθεια είναι ότι η ανάγνωση του βιβλίου με κέντρισε να διαβάσω λίγα περισσότερα για την πόλη. Πλούσια ιστορικά στοιχεία βρίσκουμε στην επίσημη σελίδα του Δήμου της πόλης  (http://www.ci.camden.nj.us/history/).

Εδώ, θα αναφερθώ σε δύο στοιχεία για τα οποία επίσης αξίζει να την έχουμε στο νου μας. Το Κάμντεν είναι η "πατρίδα" της φωνογραφικής εταιρείς RCA Victor με σήμα τον σκύλο Nipper (His Master's Voice), ενώ λίγο νωρίτερα στην πόλη είχε εφευρεθεί το γραμμόφωνο από τον Eldridge R. Johnson (αρχές 20ου αιώνα). 

Το σήμα κατατεθέν της RCA (Πηγή φωτογραφίας εδώ)
Το περίφημο Nipper Building, σήμερα συγκρότημα διαμερισμάτων, για να θυμίζει τον κολοσσό RCA, τους φωνογράφους και το σκύλο Nipper  (Πηγή εδώ)


Το Κάμντεν είναι επίσης γνωστό από τον μεγάλο, πρωτοποριακό για την εποχή του Αμερικανό ποιητή Ουολτ Ουίτμαν (1819-1892), ο οποίος έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του εδώ.


Το σπίτι όπου έζησε τα τελευταία χρόνια ο Walt Whitman (Πηγή φωτογραφίας εδώ)

Στην Εισαγωγή της ελληνικής έκδοσης του επικού ποιήματος "Το τραγούδι του εαυτού μου" (Ηριδανός, 2006), η μεταφράστρια Ζωή Νικολοπούλου γράφει ότι στις 26 Μαρτίου 1892 ο Ουίτμαν κηδεύτηκε χωρίς ιερέα και σταυρό, με το πλήθος να τον ακολουθεί σε απόσταση έξι χιλιομέτρων στον τάφο, όπου αναγράφονται οι παρακάτω στίχοι:



Το βάθρο μου είναι στερεωμένο και σφηνωμένο σε γρανίτη,
Περιγελώ αυτό που εσείς ονομάζετε αποσύνθεση,
Και ξέρω την έκταση του χρόνου.



Ο τάφος του Ουίτμαν στο Κάμντεν (Πηγή: από τις ψηφιακές συλλογές της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου)

Ο Μπόρχες είχε γράψει για τον Ουίτμαν πολλά κείμενα (τα βρίσκουμε στην πρόσφατη έκδοση Δοκίμια Ι & ΙΙ, εκδ. Πατάκη 2015, με πολύ καλή μετάφραση και επιμέλεια του Αχιλλέα Κυριακίδη). Εδώ όμως παραθέτω στα αγγλικά το σονέτο "Camden, 1892", όπου ο Μπόρχες φαντάζεται και υμνεί τον ποιητή πάνω στο νεκρικό κρεβάτι (η αγγλική μετάφραση από εδώ):

The smell of coffee and the daily news. 

Another Sunday and the Sunday blues. 
Morning. Printed on a hazy page, 
some happy other poet's vain displays 
of allegoric verse. And in this place, 
poor but still well kept, the old man lies 
white and flat in bed. His idle eyes 
look in the tired mirror at his face. 
He thinks (it doesn't shock him now) that face
is him. His absent-minded fingertips 
pluck at his muddy beard and plundered lips. 
The end is not far off. And his voice says: 
I almost am not. But my lines keep the rhythm 
of life and its splendor. I was Walt Whitman.  


Και, τελικά, τι είναι οι δενδρίτες; Στην εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Larousse-Britannica, διαβάζω πως είναι αποφύσεις (αποφυάδες) του σώματος του νευρικού κυττάρου που διατρέχονται από τοπικά ρεύματα και από δυναμικά δράσης και που μεταφέρουν μηνύματα. Είναι επίσης δενδρόμορφοι κρύσταλλοι που αναπτύσσονται με διακλαδώσεις κατά τις τρεις διαστάσεις του χώρου και αποτελούν μια από τις δυνατές μορφές διασταύρωσης των κρυστάλλων.

Εξάλλου, ήδη επιστήμονες έχουν συνδυάσει τη σχέση των νευρώνων αυτών με τη μνήμη και μάλιστα με τη μνήμη των χώρων, των τόπων. Δεν μπορώ να συνεχίσω στην ερμηνεία της δράσης τους ως προς τη φυσιολογία, παρατηρώ όμως ότι και η συγγραφέας στους Δενδρίτες διερευνά αυτές τις διακλαδώσεις και τους σχηματισμούς που προκύπτουν στους ανθρώπους, στις κοινωνίες και στους τόπους, και αυτά μέσα από τη μνήμη. Ή μήπως και μέσα από τη λήθη; Αυτά πάνε μαζί. Και μέσα από τη μνήμη και τη λήθη, η Αμερική του εικοστού αιώνα και η Ελλάδα του εικοστού και του εικοστού πρώτου αιώνα...

Κυριακή 10 Ιανουαρίου 2016

Ερρίκου Χάινε ποίηση και μεταφράσεις



Διαβάζοντας πρόσφατα μια αναφορά σε στίχους του Χάινε (που, δυστυχώς, δεν θυμάμαι ούτε τους στίχους ούτε την πηγή), θέλησα να ξαναδώ από τη βιβλιοθήκη μου μια ανθολογία ποιημάτων του (εκδόσεις Σοκόλη, 2007). Η ανθολόγηση και η επιμέλεια έχουν γίνει από το Νάσο Βαγενά, ο οποίος, όπως πάντα πρέπει να πω, κάνει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και διαφωτιστική εισαγωγή τόσο για τον Χάινε ως ποιητή και ως προσωπικότητα που έζησε το πρώτο μισό του 19ου αιώνα (1797-1856), αλλά και για τις πολλές ελληνικές μεταφράσεις του που από μόνες τους αποτελούν μια ξεχωριστή ποίηση.

Έχει ενδιαφέρον μάλιστα να διαβάσει κανείς τις μεταφράσεις των ίδιων ποιημάτων από διαφορετικούς ποιητές και οπωσδήποτε αυτό μπορεί ν' αποτελεί άσκηση στο θέμα μετάφραση ποίησης. Δεν είμαι ειδική, αναγνώστρια είμαι, επομένως σταματώ και απλά παραθέτω κάποια από τα ποιήματα.


Το αμαρτολούλουδο

Που σκοτωθεί μονάχος του
στην ερημιά τον θάβουν.
Κι ούτε παπάδες παν μπροστά,
ούτε κεριά του ανάβουν.

Κι εκεί μακριά στον τάφο του,
στο ερημικό του χώμα,
βγαίνει το αμαρτολούλουδο
με το γαλάζιο χρώμα.

Στις ερημιές εβρέθηκα
μια νύχτα του Γενάρη
κι είδα το αμαρτολούλουδο
που εσειόταν στο φεγγάρι.

Παύλος Γνευτός (1862-1956)



Η Λιτανεία


Στο παραθύρι η μάνα και στο κρεβάτι ο γιος,
"Σήκω", του λέει, "Γουλιέλμε, να ιδείς περνά ο Σταυρός".

"Δε βλέπω, δεν ακούω, μητέρα, είμαι βαριά,
ξέρω νεκρή τη Γκραίτχεν και μου πονεί η καρδιά".

"Το κομπολόι σου πάρε, στο Αϊτόκαστρο να πας,
κι η Δέσποινα σου γιαίνει τον πόνο της καρδιάς".
...........................................................................

Κωνσταντίνος Θεοτόκης (1872-1923)


Λιτανεία στον Άη Μαθιά Κέρκυρας, παραμονή της Αγίας Παρασκευής καλοκαίρι του 2013

Βαλτάσαρ

Ήταν η νύχτα μαύρη, μεσάνυχτα σχεδόν·
σε μια βουβή ησυχία κοιμάται η Βαβυλών.

Μόνο ψηλά, στις σάλες του βασιλιά, οι πυρσοί
σκορπούν γενναία το φως τους, γλεντούν οι αυλικοί.

Εκεί ψηλά στου θρόνου το δώμα το χρυσό,
δείπνο ο Βαλτάσαρ δίνει λαμπρό, βασιλικό.
………………………………………………….

Και δες, ποιος να πιστέψει, στον τοίχο τον λευκό
σαν αστραπή προβάλλει χέρι ανθρώπινο.

Χέρι που γράφει επάνω στον τοίχο τον λευκό
γράμματα φλογισμένα χέρι αερικό.

Ο βασιλιάς σαν το 'δε του θόλωσε η ματιά,
λυγούν τα γόνατά του, η όψη του ωχριά.

Ξέπνοοι μένουν γύρω οι άρχοντες στη σειρά,
κι όλοι αποσβολωμένο δεν βγάζουνε μιλιά.

Προστάζουν να 'ρθουν μάγοι, εξηγητές, ιερείς,
όμως κανείς δεν βγάζει το νόημα της γραφής.

Την ίδια εκείνη νύχτα, τη νύχτα τη βουβή,
σκοτώσαν τον Βαλτάσαρ οι δούλοι του οι πιστοί.



Κώστας Κουτσουρέλης (1967-)


Belshazzar's Feast. Πίνακας του Rembrandt που απεικονίζει το μύθο του βασιλιά της Βαβυλώνας Βαλτάσαρ. 

Βρίσκεται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου.


Διατρέχοντας την ανθολογία, βρίσκουμε ίδια ποιήματα μεταφρασμένα από διαφορετικούς ποιητές. Έχει ενδιαφέρον να δούμε πώς αποδίδονται σε κάθε περίπτωση και βέβαια μας δίνεται η ευκαιρία να σκεφτούμε ζητήματα γύρω από τη μετάφραση στην ποίηση, 

Επτά φορές βρίσκουμε το ποίημα για τη Λορελάη, την πεντάμορφη κοπελιά που παίρνει το μυαλό του ναύτη. Και να πώς την τραγουδά ο Βιζυηνός:


Λορελάη
.................................................
Ψυχρό φυσά τ' αγέρι και βραδιάζει,
ο Ρήνος σιγανά κατρακυλά·
στις φωταυγιές του ήλιου, που πλαγιάζει,
του όρους η κορφή σπιθοβολά.

Θαυμάσια αυτού στην κορφή την ίδια
κάθεται η πιο ωραία κοπελιά·
αστράφτουν τα χρυσά της τα στολίδια,
χτενίζει τα χρυσά της τα μαλλιά.
.......................................................
Φοβούμαι πως το κύμα θε να φάει
και ναύτη και βαρκούλα τώρα δα:
Άχ, όλ' αυτά τα κάμνει η Λορελάη
με το γλυκό σκοπό που τραγουδά.

Γεώργιος Βιζυηνός (1849-1896)

Ο Νάσος Βαγενάς λέει πως υπάρχουν τουλάχιστον δεκαπέντε μεταφράσεις της Λορελάης στη γλώσσα μας!

Όμως, ο Χάινε δεν ήταν ο ρομαντικός ποιητής χωρίς πολιτικές ευαισθησίες και παρεμβάσεις. Επηρεασμένος από την κατάσταση στην Ευρώπη μετά τη Γαλλική επανάσταση και από τα κινήματα αντίστασης του 19ου αιώνα, δεν μένει αμέτοχος. Δεν  είναι τυχαίο που τραγουδά για τους ανυφαντάδες (και τις ανυφαντούδες βέβαια):


Οι ανυφαντάδες
                                                                       
Στο κατσουφιασμένο μάτι δάκρυο κανένα,
στον αργαλειό του κάθουνται και τρίζουνε τα δόντια:
«Ω Γερμανία, υφαίνουμε το σάβανό σου
υφαίνουμε ενός την τρίδιπλη κατάρα -
υφαίνουμε, υφαίνουμε!

»Κατάρα στο είδωλο που το παρακαλάμε
χειμώνα που πουντιάζουμε και γιόμα που πεινάμε.
Ελπίσαμε και καρτερέσαμε του κάκου
μα μας εμπαίζει,  μας γελάει, μας κοροϊδεύει -
υφαίνουμε, υφαίνουμε!

»Κατάρα και στο βασιλιά, το βασιλιά των πλούσιων,
που η δυστυχία μας δεν μπορεί να 'ν' τονέ συγκινήσει,
που ως και το γρόσι το στερνό από μας αρπάζει,
και σαν σκυλιά να μας σκοτώνουν μας αφήνει -
υφαίνουμε, υφαίνουμε!

»Κατάρα και στην ψεύτική μας την πατρίδα
όπου προδεύει μοναχά το αίσχος κι η ατιμία,
που πρόωρα έσπασε κάθε λουλούδι,
που το σαράκι δυναμώνει η μούχλα κι η σαπίλα -
υφαίνουμε, υφαίνουμε!

»Πετάει η σαϊτούλα, τρίζει ο αργαλειός
υφαίνουμε εμείς με προσοχήν, όλο το ημερονύχτι -
το σάβανό σου υφαίνουμε, ω παλαιά Γερμανία,
υφαίνουμε εντός την τρίδιπλη κατάρα
υφαίνουμε, υφαίνουμε!».

Γιάννης Καμπύσης (1872-1901)


Το βρίσκουμε και παρακάτω με τον τίτλο Υφαντές. Και να πώς τελειώνει:


Υφαντές

........................................................
Καταραμένη η κίβδηλη, η ψεύτρα αυτή πατρίδα,
όπου η απάτη ευδοκιμεί και βασιλεύει η καταισχύνη,
όπου το θάνατο, παντού, τη σήψη θ' ανασάνεις!
υφαίνουμε, Γριά-Γερμανία, το σάβανό σου τώρα!
Υφαίνουμε, υφαίνουμε!

Βασ. Ι. Λαζανάς (1916-2001)



Το ποίημα γράφτηκε το 1844 με αφορμή την κινητοποίηση των κλωστοϋφαντουργών της Σιλεσίας. Αρχικά, με τον τίτλο " 'Die armen Weber" (Οι φτωχοί υφαντές) δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα που εξέδιδε ο Μάρξ με τίτλο "Vorwärts!" (Εμπρός). Στη συνέχεια, πήρε τον τίτλο "Die schlesischen Weber" (Οι υφαντές της Σιλεσίας). Έχει μελοποιηθεί από πολλές μουσικές ομάδες όπως στο παραπάνω βίντεο. (Πληροφορίες εδώ).
              
Η εφημερίδα του Μαρξ όπου πρωτοδημοσιεύτηκε το ποίημα του Χάινε

Τέλος, αξίζει ν΄αναφέρουμε τους ποιητές που περιλαμβάνονται στην ανθολογία: Άγγελος Βλάχος, Γεώργιος Βιζυηνός, Κωστής Παλαμάς, Παύλος Γνευτός, Αντώνιος Σ. Μάτεσις,Μιλτιάδης Μαλακάσης, Νικόλαος Ποριώτης, Κωνσταντίνος Θεοτόκης, Γιάννης Καμπύσης, Νίκος Γεννηματάς, Θεόφιλος Βορέας, Πέτρος Ι. Ραΐσσης, Κώστας Καρθαίος, Δημήτριος Ι. Λάμψας,Γιώργης Σημηριώτης, Τάκης Μπαρλάς, Κ. Γ. Καρυωτάκης, Λέων Κουκούλας, Άγγελος Δόξας,Βασ. Ι. Λαζανάς, Άρης Δικταίος, Σπύρος Καρυδάκης, Κώστας Κουτσουρέλης, Μαρία Υψηλάντη.